5 χαρακτηριστικά στοιχεία ενός καλού ψυχοθεραπευτή
Από προσωπική μου εμπειρία και από αφηγήσεις φίλων και θεραπευόμενών μου, παρατηρώ ότι, κάποιες φορές, η πρώτη επαφή με έναν ψυχοθεραπευτή μπορεί να είναι πολύ… απογοητευτική.
Δες ακόμα: Ψυχοθεραπεία μέσω skype: Πάρε τη βοήθεια που χρειάζεσαι όπου και αν είσαι
Η μεγάλη ανάγκη να έρθουμε επιτέλους σε επαφή με αυτόν τον άνθρωπο που θα ανακουφίσει τον χρόνιο πόνο μας και οι προσδοκίες που έχουμε γι’ αυτή τη συνάντηση, ίσως εντείνουν τη ματαίωση που νιώθουμε στο τέλος της συνεδρίας, αποφασίζοντας για άλλη μία φορά να καθίσουμε τελικά στο σπίτι μας. Η ματαίωση μπορεί να οφείλεται σε πολλούς λόγους.
Κάποια από τα στοιχεία που κάνουν έναν θεραπευτή λιγότερο ή περισσότερο επαρκή στη δουλειά του.
1. Αρχικά, ένας καλός ψυχοθεραπευτής/ σύμβουλος δεν έχει απαντήσεις σε όλες τις ερωτήσεις. Δεν πρέπει να μπερδεύουμε τη λέξη σύμβουλος με τη λέξη συμβουλή. Η “Συμβουλευτική” προέρχεται από το ρήμα συμβουλεύομαι = συν+βουλεύομαι = σκέφτομαι μαζί (με άλλους). Η διαδικασία της συμβουλευτικής και ψυχοθεραπείας ενέχει αρκετή αβεβαιότητα, τόσο για τον θεραπευόμενο όσο και για τον θεραπευτή.
Στόχος είναι, αρχικά, να την αντέξουν και οι δύο και να μην προβούν στην αναζήτηση πρόχειρων και ανακουφιστικών (για την αρχή μόνο) συμβουλών διαχείρισης.
Στην πορεία, στόχος είναι ο θεραπευόμενος να πάρει βοήθεια, ώστε να βρει τις απαντήσεις που ταιριάζουν στη δική του πραγματικότητα. Οπότε, ένας καλός θεραπευτής δεν είναι μόνο εκείνος που έχει γνώσεις αλλά και εκείνος που προσεγγίζει τη διαδικασία από μία θέση «μη γνωρίζοντος», αφήνοντας χώρο και χρόνο στον θεραπευόμενο να γνωρίσει ο ίδιος τον εαυτό του.
Οι γνώσεις στο επάγγελμα του ψυχοθεραπευτή δεν είναι το πιο σημαντικό στοιχείο.
2. Ως θεραπευόμενη, έχω επισκεφθεί ειδικούς, για τους οποίους είχα πληροφορηθεί από τον κύκλο μου ότι είναι οι καλύτεροι στο επάγγελμά τους. Αλλά μετά την πρώτη συνεδρία, αποφάσισα να διακόψω τη συνεργασία μας. Αυτό γιατί πέρα από τις γνώσεις, είναι τεράστιας σημασίας το χτίσιμο μιας ουσιαστικής θεραπευτικής σχέσης.
Για να γίνει αυτό, ένας θεραπευτής πρέπει να σέβεται τους ανθρώπους που κάθονται απέναντί του, να τους ακούει με ενδιαφέρον, να εκτιμά την εμπιστοσύνη που του δείχνουν και να αντιλαμβάνεται την ευθύνη και το αποτύπωμα των λεγόμενών του στη ζωή τους.
Φυσικά, το σημαντικότερο είναι να αγαπάει τη δουλειά του και να νιώθει πως, πέρα από όσα δίνει, παίρνει και ο ίδιος πολλά.
3. Ως θεραπευτές, συμβαίνει κάποιες φορές να μπερδευόμαστε από την ταμπέλα του «ειδικού» και να πιστεύουμε ότι γνωρίζουμε τον θεραπευόμενο καλύτερα απ’ ότι ο ίδιος τον εαυτό του. Τείνουμε, επομένως, να χρησιμοποιούμε την “εξουσία” που φέρνει η γνώση και η ταμπέλα μας, επιμένοντας σε ερμηνείες που ο θεραπευόμενος δε βρίσκει χρήσιμες.
Έτσι, ο ίδιος καταλήγει να νιώθει ότι είναι “ανεπίδεκτος μαθήσεως”, ότι δεν είναι έτοιμος να αλλάξει, ότι αντιστέκεται… ενώ στην πραγματικότητα δεν έχει βοηθηθεί αρκετά. Ένας θεραπευτής, πρέπει να είναι έτοιμος να δεχθεί πως η υπόθεσή του δεν έχει αποτέλεσμα και να μην εμμένει σε αυτή σαν να είναι η μοναδική αλήθεια.
Πόσο σημαντική είναι η προσωπική ψυχοθεραπεία για κάθε θεραπευτή
4. Στο σημείο αυτό, καταλήγουμε στη χρησιμότητα της προσωπικής ψυχοθεραπείας για κάθε θεραπευτή. Η ψυχοθεραπεία μας βοηθά να μην προβάλλουμε στον θεραπευόμενο δικές μας ανάγκες, επιθυμίες, δυσκολίες, φοβίες. Όσο καλύτερα γνωρίζουμε τον εαυτό μας, τόσο περισσότερο μπορούμε να αναγνωρίσουμε και να διαχειριστούμε τις ταυτίσεις μας με τους θεραπευόμενούς μας και να γίνουμε καλύτεροι θεραπευτές. Να μη λειτουργούμε στα τυφλά, οδηγούμενοι από το ασυνείδητο.
Οι θεραπευτές που έχουν κάνει προσωπική ψυχοθεραπεία, είναι περισσότερο θεραπευτικοί!
5. Τέλος, ως θεραπευόμενη η ίδια, πιστεύω ότι είναι σημαντικό να εμπιστευόμαστε το συναίσθημά μας. Το πως θα νιώσουμε στην πρώτη αλλά και στις επόμενες συνεδρίες, μέσα στη θεραπευτική σχέση, είναι συνήθως η σημαντικότερη ένδειξη της συνέχισης ή διακοπής της.