Αντιμετωπίστε το μπούκωμα στη μύτη με κογχοπλαστική!

Αντιμετωπίστε το μπούκωμα τη μύτη με κογχοπλαστική

Αντιμετωπίστε το μπούκωμα τη μύτη με κογχοπλαστικήΠόσοι είναι οι άνθρωποι που συχνά παραπονιούνται ότι δυσκολεύονται να αναπνεύσουν από τη μύτη και δεν κοιμούνται καλά; Οι άνθρωποι που νιώθουν κουρασμένοι κατά τη διάρκεια της ημέρας και τη νύχτα ροχαλίζουν;

Κάποιοι νιώθουν ότι τα φάρμακα δεν τους κάνουν τίποτα, ωστόσο ενώ ο γιατρός τους έχει πει ότι χρειάζονται εγχείρηση φοβούνται την αναισθησία. Επιπλέον, κάποιοι δυσκολεύονται να πάρουν αναρρωτική άδεια. Άραγε υπάρχει μια λύση στα μέτρα τους ή μήπως τελικά είναι θέμα ηλικίας που αισθάνονται έτσι;

Σίγουρα είναι πολλοί οι άνθρωποι γύρω μας με το ίδιο πρόβλημα, τα ίδια συναισθήματα και τα ίδια ερωτήματα.

Νομίζω ότι σήμερα πια, η ΩΡΛ επιστήμη και συγκεκριμένα η ρινοχειρουργική μπορεί να δώσει απαντήσεις-λύσεις με την εφαρμογή των χειρουργικών τεχνικών ελάχιστης παρέμβασης (minimal invasive surgery).

Τι είναι η κογχοπλαστική και για ποιο λόγο εφαρμόζεται;

Η κογχοπλαστική ρόκειται για μια σχετικά νέα επεμβατική μέθοδο, η οποία εφαρμόζεται για την επίλυση της δυσχέρειας της ρινικής αναπνοής, δηλαδή αυτό που κοινά αναφέρουμε ως «μπούκωμα» της μύτης.

Πότε χρησιμοποιείται η κογχοπλαστική;

Η κογχοπλαστική έχει θέση στις περιπτώσεις όπου το κύριο αίτιο της ρινικής συμφόρησης εντοπίζεται στις ρινικές κόγχες και συγκεκριμένα στις κάτω ρινικές κόγχες. Όταν δηλαδή δεν υπάρχει άλλη παθολογία που προκαλεί ρινική απόφραξη, ή όπως πιο συχνά συμβαίνει ιδιαίτερη σκολίωση του ρινικού διαφράγματος.

Τι είναι οι ρινικές κόγχες; Ποιος είναι ο ρόλος τους;

Είναι ανατομικά μορφώματα που βρίσκονται στο πλάγιο ρινικό τοίχωμα και αποτελούνται από βλεννογόνο (μαλακό ιστό) και οστό. Ο βασικός τους ρόλος είναι το φιλτράρισμα του εισπνεόμενου αέρα, δηλαδή η θέρμανση και η υγροποίησή του. Αυτές είναι απαραίτητες λειτουργίες που δίνουν το αίσθημα της αναπνοής. Αυτό σημαίνει ότι οποιαδήποτε χειρουργική παρέμβαση σε αυτές θα πρέπει να γίνεται με τον απαραίτητο σεβασμό στη διατήρηση της λειτουργικότητάς τους. Αυτό ακριβώς πετυχαίνει η νέα αυτή μέθοδος των ραδιοσυχνοτήτων με παράλληλη επίλυση του προβλήματος.

Πώς δημιουργείται η ρινική συμφόρηση;

Η χρόνια ρινίτιδα αλλεργική ή μη προκαλεί οίδημα (διόγκωση) και υπερτροφία των κάτω ρινικών κογχών, η οποία προκαλεί ρινική συμφόρηση, δηλαδή μείωση του χώρου για τη διέλευση του αναπνεόμενου αέρα μέσα από τη μύτη.

Με την εφαρμογή αυτής της μεθόδου δηλαδή λύνουμε το πρόβλημα της αλλεργίας;

Σαφέστατα όχι! Θα πρέπει εδώ ίσως να σημειώσουμε ότι όταν η μέθοδος εφαρμόζεται στις περιπτώσεις της αλλεργικής ρινίτιδας αυτό που επιτυγχάνουμε είναι την καταπολέμηση της ρινικής συμφόρησης που προκαλεί η αλλεργία μέσω της διόγκωσης των κάτω ρινικών κογχών.

Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εννοηθεί ότι η αλλεργική ρινίτιδα ή και γενικά οποιαδήποτε αλλεργία θεραπεύεται με χειρουργική επέμβαση. Θεραπεύεται ή βελτιώνεται σημαντικά η ρινική συμφόρηση, η οποία είναι το αποτέλεσμα της αλλεργίας. Τις περισσότερες φορές όμως συνυπάρχει με συνοδό δακρύρροια –κνησμό της μύτης- φτάρνισμα. Σε αυτές τις περιπτώσεις θα πρέπει να γίνεται συνδυαστικά και η κατάλληλη αντιαλλεργική φαρμακευτική αγωγή των συνοδών προβλημάτων για μέγιστο αποτέλεσμα.

Τι είναι οι ραδιοσυχνότητες και πώς εφαρμόζονται στη ρινοχειρουργική και συγκεκριμένα στην κογχοπλαστική;

Ο όρος κογχοπλαστική είναι συγκεκριμένος επιστημονικός όρος, όμως ευρέως χρησιμοποιείται από τους γιατρούς για να περιγράψει τη μείωση του όγκου των κάτω ρινικών κογχών. Αυτή μπορεί να επιτευχθεί με διάφορους τρόπους όπως: Με διαθερμοπηξία (καυτηριασμό δηλαδή), χρήση Laser, κογχοτομή ή ραδιοσυχνότητες.

Η επίλυση του προβλήματος αποβλέπει στη μείωση του όγκου των κάτω ρινικών κογχών, έτσι ώστε να αυξηθεί ο αυλός των ρινικών θαλαμών, ο χώρος δηλαδή για τη διέλευση του αέρα από τα ρουθούνια.

Οι ραδιοσυχνότητες είναι κύματα υψηλών συχνοτήτων. Τα κύματα αυτά διαπερνούν μέσω ενός μεταλλικού ελάσματος, το οποίο διαπερνά σε όλο το μήκος της την κάτω ρινική κόγχη.

Η μείωση του όγκου των κάτω ρινικών κογχών επιτυγχάνεται από την αντίσταση που προβάλλουν οι ιστοί στη διέλευση των ραδιοκυμάτων, με αποτέλεσμα την παραγωγή θερμότητας, η οποία εξαχνώνει τα κύτταρα χωρίς να προκαλεί την απανθράκωσή τους. Η επέμβαση γίνεται υπό ενδοσκοπικό έλεγχο, έτσι ώστε να επιτυγχάνεται με απόλυτη ακρίβεια το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα.

Ποια είναι τα πλεονεκτήματα της μεθόδου;

  • Δεν χρειάζεται γενική αναισθησία. Η μέθοδος εφαρμόζεται με μέθη σε κάποια κλινική, ή ακόμη και με τοπική αναισθησία στο ιατρείο. Αυτό εξαρτάται από το ιστορικό του κάθε ασθενούς, την ηλικία κ.λπ.
  • Ο συνολικός χρόνος που απαιτείται για την επέμβαση δεν υπερβαίνει τη μισή ώρα.
  • Δεν χρειάζεται νοσηλεία, ούτε ανάρρωση. Ο ασθενής συνεχίζει το καθημερινό του πρόγραμμα χωρίς την ανάγκη τροποποίησής του μετά από την επέμβαση. Εννοείται βέβαια ότι όταν γίνεται με μέθη απαιτείται μία ώρα περίπου παραμονής στην κλινική έως ότου συνέρθει πλήρως.
  • Ο ασθενής δε χρειάζεται μακρά μετεγχειρητική παρακολούθηση. Αυτό επιτυγχάνεται, διότι η μέθοδος αυτή λειτουργεί σε χαμηλή θερμοκρασία, σε αντίθεση με το laser και τη διαθερμοπηξία, με αποτέλεσμα να είναι σαφώς μικρότερη η μετεγχειρητική παραγωγή εφελκίδων (κρουστών) μέσα στη μύτη, η οποία απαιτεί πιο συχνούς καθαρισμούς της μύτης στο ιατρείο.
  • Η επέμβαση είναι εντελώς ανώδυνη όταν γίνεται με μέθη, ενώ η ενόχληση είναι σχετικά μικρή όταν γίνεται με τοπική αναισθησία.
  • Είναι αναίμακτη. Αυτό σημαίνει ότι δεν υφίσταται πωματισμός της μύτης με ταμπόν μετά από την επέμβαση. Η επέμβαση δεν είναι ανασταλτικός παράγοντας για ασθενείς που λαμβάνουν αντιπηκτικά.
  • Στην πλειονότητα των περιπτώσεων όταν εφαρμόζεται από ρινοχειρουργό έμπειρο στη χρήση της μεθόδου και στις συγκεκριμένες ενδείξεις έχει μόνιμο αποτέλεσμα. Ωστόσο, δεν αντενδείκνυται η εκ νέου εφαρμογή της μεθόδου σε περίπτωση υποτροπής.

Χρειάζεται κάποια φαρμακευτική αγωγή μετά από την επέμβαση;

Καταρχήν θα πρέπει να πούμε ότι μετά από την επέμβαση δε χρειάζεται η λήψη αναλγητικών, γιατί απλά δεν υπάρχει πόνος. Ωστόσο η βελτίωση στην αναπνοή δεν συνειδητοποιείται άμεσα από τον ασθενή, γιατί υπάρχει το μετεγχειρητικό οίδημα στο εσωτερικό της μύτης. Εξωτερικά δεν υπάρχει κάποιο «πρήξιμο» της μύτης. Αυτό διαρκεί περίπου για 7-10 ημέρες μετά από την επέμβαση. Στο διάστημα αυτό, ο ασθενής χρησιμοποιεί διάφορα αποσυμφορητικά για να αναπνέει καλύτερα. Μετά τις 7-10 ημέρες αρχίζει να αισθάνεται τη βελτίωση της ρινικής αναπνοής, η οποία συνεχίζεται για ένα διάστημα, το οποίο ποικίλει από 2 έως και 4 μήνες.

Η αντιμετώπιση της δυσχέρειας της ρινικής αναπνοής , «μπούκωμα» της μύτης με τη χρήση των ραδιοσυχνοτήτων είναι μια αναίμακτη χειρουργική αντιμετώπιση του προβλήματος, χωρίς γενική αναισθησία, χωρίς ταμπόν στη μύτη, γρήγορη, ανώδυνη που επιτρέπει άμεση επαναφορά στις καθημερινές δραστηριότητες.

 

 

Σε βοήθησε αυτό το άρθρο;

Αυτή η σελίδα δεν παρέχει ιατρικές συμβουλές. Δες περισσότερα.