Χαμηλή όραση στα παιδιά και «τεμπέλικο μάτι»

χαμηλή όραση

 

Η ύπαρξη διαθλαστικών ανωμαλιών του ματιού (μυωπία, υπερμετρωπία ή/και αστιγματισμός) αποτελεί την πρώτη αιτία χαμηλής όρασης των παιδιών παγκοσμίως. Η χορήγηση των κατάλληλων γυαλιών συνήθως αποκαθιστά την όραση σε φυσιολογικά επίπεδα.

Δες ακόμα: Το υπέροχο πρώτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης! (Ή μήπως όχι;)

Υπάρχουν όμως ορισμένες περιπτώσεις που η όραση δε βελτιώνεται με τα γυαλιά, παρόλο που δεν υπάρχουν άλλα παθολογικά ευρήματα. Αυτό συνήθως συμβαίνει όταν τα δύο μάτια έχουν μεγάλη διαφορά μεταξύ τους στους βαθμούς των γυαλιών (το μάτι με τους υψηλότερους βαθμούς βλέπει λιγότερο καλά με τα γυαλιά από ότι το άλλο μάτι), ή όταν οι βαθμοί και των δύο ματιών είναι πολύ υψηλοί. Επίσης, όταν τα δυο μάτια δεν κοιτάζουν στο ίδιο σημείο (όταν δηλαδή υπάρχει στραβισμός) είναι δυνατόν να παρατηρηθεί χαμηλή όραση στο μάτι που «φεύγει».

Στις παραπάνω περιπτώσεις χρησιμοποιείται ο όρος «τεμπέλικο μάτι» για να περιγράψει το μάτι με τη χαμηλή όραση. Αν η κατάσταση αυτή δεν αντιμετωπιστεί έγκαιρα, τότε μπορεί να οδηγήσει σε μόνιμη ελάττωση της όρασης που θα συνοδεύει το παιδί στη μετέπειτα ενήλικο ζωή.

Η λύση του προβλήματος συνίσταται στη θεραπεία όσο το δυνατόν νωρίτερα κατά την παιδική ηλικία. Παλαιότερες μελέτες έλεγαν ότι τα περιθώρια για θεραπεία τελειώνουν στην ηλικία των 8 ετών, νεότερα όμως δεδομένα έδειξαν ότι είναι δυνατή κάποια βελτίωση της όρασης έως και την ηλικία των 16-17 ετών.

Ο βασικότερος τρόπος αντιμετώπισης του προβλήματος είναι η χορήγηση των κατάλληλων γυαλιών. Επιστημονικές μελέτες έδειξαν ότι η όραση βελτιώνεται σημαντικά στο «τεμπέλικο» μάτι και μόνο με τη χρήση γυαλιών, χωρίς επιπλέον θεραπείες. Στη συνέχεια και κατά την παρακολούθηση του μικρού ασθενούς, όταν η όραση δε βελτιώνεται περαιτέρω το επόμενο στάδιο θεραπείας είναι η κάλυψη του «καλού» ματιού για λίγες ώρες την ημέρα, ώστε να αναγκαστεί το «τεμπέλικο» μάτι «να κάνει όλη τη δουλειά» και μ’ αυτό τον τρόπο να εξασκηθεί στο να βλέπει. Αυτό βέβαια προϋποθέτει τη συνεργασία του παιδιού. Όταν αυτή δεν επιτυγχάνεται, υπάρχει η επιλογή της χρήσης σταγόνων που θα θαμπώσουν το «καλό» μάτι, αναγκάζοντας και πάλι το «τεμπέλικο» να δουλέψει περισσότερο.

Συμπερασματικά, μπορούμε να πούμε πως η διάγνωση  του «τεμπέλικου ματιού» είναι  πολύ σημαντικό να γίνει όσο το δυνατόν νωρίτερα, ώστε να υπάρχουν περιθώρια παρέμβασης. Για το λόγο αυτό και με βάση διεθνείς κατευθυντήριες οδηγίες, μια πρώτη εξέταση από οφθαλμίατρο πρέπει να γίνεται γύρω στην ηλικία των 3 ετών αν δεν υπάρξει ιδιαίτερος λόγος για να γίνει νωρίτερα, στη συνέχεια στην πρώτη τάξη του δημοτικού και κατόπιν περίπου ανά διετία.

Σε βοήθησε αυτό το άρθρο;

Αυτή η σελίδα δεν παρέχει ιατρικές συμβουλές. Δες περισσότερα.