Ο τραυλισμός αποτελεί μία μορφή δυσκολίας στην ομιλία. Συνήθως εμφανίζεται με διακοπτόμενη ομιλία, λόγω επαναλήψεων ήχων, συλλαβών ή λέξεων (π.χ. και και και, κκκότα), επιμηκύνσεων ήχων στην αρχή ή στο μέσο της λέξης (σσσύκο ή μεσσσημέρι) και μπλοκαρισμάτων (κα_(παύση)_λάθι). Ενίοτε, συνυπάρχουν αντανακλαστικές συσπάσεις του προσώπου και του σώματος, που φαίνονται σαν τικ ή δυσκολία στην αναπνοή.
Ένα παιδί που παρουσίαζει δυσκολία στην ομιλία ή τραυλισμό έχει χαμηλή αυτοεκτίμηση, ανασφάλεια και φόβο. Συχνά τείνει να απομονώνεται και νιώθει φόβο.
Είναι πολύ σημαντικό, αν διαπιστώσετε συμπτώματα τραυλισμού, να απευθυνθείτε άμεσα σε λογοθεραπευτή για να αξιολογήσει την ομιλία του παιδιού. Ο λογοθεραπευτής είναι ο ειδικός που θα οργανώσει το θεραπευτικό πλάνο του παιδιού σας, θα σας συμβουλέψει σχετικά με το πώς πρέπει να συμπεριφερθείτε στο παιδί και θα απαντήσει σε όλες τις απορίες και τους προβληματισμούς σας.
Τι πρέπει και τι δεν πρέπει να κάνουν οι γονείς σε ένα παιδί που έχει τραυλισμό;
Δεν πρέπει να:
- Δεν διακόπτουμε το παιδί όταν μιλάει.
- Δεν αγχώνουμε το παιδί με θέματα της καθημερινότητας.
- Δε μιλάμε γρήγορα.
- Δε χρησιμοποιούμε δύσκολες λέξεις κατά την ομιλία μας, αλλά μιλάμε ανάλογα με το γλωσσικό επίπεδο του παιδιού.
- Δεν κάνουμε πολλές και επαναλαμβανόμενες ερωτήσεις στο παιδί.
- Δεν κρίνουμε τα λάθη του και τη συμπεριφορά του.
Πρέπει να:
- Μιλάμε στο παιδί αργά και καθαρά.
- Του δίνουμε αρκετό χρόνο να απαντήσει χωρίς να λέμε φράσεις όπως: «Άντε, θα μου πεις;», «Kαι; Τι έγινε μετά;».
- Ενισχύουμε την οπτική επαφή. Όταν μιλάμε στο παιδί, ΠΑΝΤΑ, το κοιτάμε στα μάτια και ζητάμε και από εκείνο να κάνει το ίδιο, ώστε να δίνει προσοχή σε αυτά που λέει.
- Δίνουμε στο παιδί πρωτοβουλίες, ώστε να αυξήσουμε την εμπιστοσύνη του απέναντι σε εμάς, αλλά και να τονώσουμε την αυτοπεποίθησή του.
- Ζητάμε απλά πράγματα και περιμένουμε με υπομονή μέχρι να τα ολοκληρώσει.
- Ακολουθούμε τους ρυθμούς του παιδιού σε όλους τους τομείς (φαγητό, ομιλία, παιχνίδι κλπ).
- Επιβραβεύουμε κάθε προσπάθεια του παιδιού, ακόμα και αν δεν πέτυχε στο βαθμό που θέλαμε, λέγοντας: «πολύ καλά προσπάθησες, την επόμενη φορά θα πας ακόμα καλύτερα, μπράβο!».
- Δίνουμε κίνητρο. Σκεφτόμαστε κάτι που αρέσει πολύ στο παιδί και το παρουσιάζουμε όταν θέλουμε να πετύχουμε μια συγκεκριμένη συμπεριφορά.
- Επαινούμε το παιδί μπροστά σε άλλα άτομα, ώστε να ενισχύσουμε την αυτοπεποίθησή του.
- Αποπροσωποποιούμε το πρόβλημα π.χ. δε λέμε: «γιατί το έκανες αυτό;», αλλά: «Δε μου αρέσει να βλέπω στο πάτωμα πεταμένες κάλτσες» ή «Υπάρχει μια πεταμένη κάλτσα στο πάτωμα. Πω πω, είναι πολύ άσχημη!».