Τα καρδιαγγειακά προβλήματα ταλανίζουν την πλειοψηφία του σύγχρονου κόσμου. Σε λίγα χρόνια θα αποτελεί την πρώτη αιτία θανάτου ή αναπηρίας στον κόσμο.
Δες ακόμα: Τι κάνει καλό στην καρδιά
Τον προηγούμενο αιώνα η καρδιαγγειακή νόσος ευθυνόταν για λιγότερο από το 10% των θανάτων σε παγκόσμιο επίπεδο, ενώ αυτόν τον αιώνα για το 30% των θανάτων (το 40% εξ αυτών στις προηγμένες χώρε και το 28% σε αναπτυσσόμενες).
Στην Ευρώπη μόνο κατά το έτος 2000 σημειώθηκαν περισσότεροι από 4 εκατομμύρια θάνατοι από καρδιαγγειακές νόσους (1.9 εκ. στην Ευρωπαϊκή Ένωση). Ωστόσο, πολύ λίγος λόγος έχει γίνει σε επίπεδο στατιστικών μελετών για τη σχέση που έχει η στεφανιαία νόσος με την οδήγηση και την πρόκληση τροχαίων ατυχημάτων. Η πλειοψηφία των νοσούντων από στεφανιαία νόσο θέτουν σε κίνδυνο τους άλλους οδηγούς ή πεζούς όταν οδηγούν.
Η καρδιαγγειακή επιβάρυνση από την οδήγηση ενός οχήματος είναι ήπια και ο κίνδυνος πρόκλησης οξέος στεφανιαίου συνδρόμου και ανικανότητας οδήγησης είναι εξαιρετικά μικρός. Αυτονόητο είναι πως οι επαγγελματίες οδηγοί πρέπει να πληρούν από ιατρικής πλευράς, περισσότερες προϋποθέσεις ασφάλειας από τους ιδιώτες. Η πρόκληση ατυχήματος από βαρύ ή μεγάλο όχημα μπορεί να οδηγήσει σε πολύ πιο σοβαρές συνέπειες.
Γι’ αυτό, οι επαγγελματίες οδηγοί θα πρέπει να εξετάζονται τουλάχιστον κάθε 5 χρόνια ως την ηλικία των 45 ετών, κάθε 3 χρόνια ως την ηλικία των 65 ετών και μετά οπωσδήποτε μια φορά τον χρόνο για τυχόν καρδιαγγειακά νοσήματα.
Όσοι ασθενείς έχουν υποστεί ένα οξύ στεφανιαίο επεισόδιο ή έχουν υποβληθεί σε επέμβαση αορτοστεφανιαίας παράκαμψης (by pass) επιτρέπεται να οδηγήσουν μετά από 4-6 εβδομάδες από τη σταθεροποίηση της καταστάσεώς, ύστερα από την έξοδό τους από το νοσοκομείο και εφ’ όσον υποβληθούν στις απαραίτητες ιατρικές δοκιμασίες. Ο χρόνος αυτός αυξάνεται σε τουλάχιστον 8-10 εβδομάδες, αν πρόκειται για επαγγελματίες οδηγούς.
Επιπλέον, οι ασθενείς που υποβλήθηκαν σε διαδερμική στεφανιαία παρέμβαση (στεφανιογραφία / αγγειοπλαστική), είναι σε θέση να οδηγήσουν 48 ώρες μετά την επέμβαση ή 7 ημέρες μετά για τους επαγγελματίες. Στην περίπτωση επεισοδίου όπου δεν είναι δυνατόν να γίνει αγγειοπλαστική, οι ασθενείς μπορούν να οδηγήσουν 7 ημέρες μετά το επεισόδιο ή 1 μήνα περίπου μετά για τους επαγγελματίες.
Γιατί πρέπει να απέχουν από τα καθήκοντά τους οι επαγγελματίες οδηγοί μετά από καρδιολογική επέμβαση;
Οι λόγοι είναι σαφείς. Μετά την επέμβαση υπάρχει μία περίοδος προσαρμογής του ανθρώπινου οργανισμού στις νέες συνθήκες διαβίωσης. Είναι πιθανή η εκδήλωση κόπωσης και αδυναμίας στην καθημερινή ζωή, γεγονός που δυσχεραίνει την οδήγηση. Επιπλέον, η φαρμακευτική αγωγή που ακολουθεί της επέμβασης είναι πιθανό να επιβραδύνει τα αντανακλαστικά του ασθενούς.
Γενικότερα, θεωρείται πιο ασφαλές ο ασθενής να συμβουλεύεται τον ιατρό του πριν επιστρέψει στην οδήγηση μετά από μία επέμβαση στην καρδιά ή μετά από ένα στεφανιαίο επεισόδιο. Κάθε περίπτωση ασθενούς είναι διαφορετική και θα πρέπει να αντιμετωπίζεται εξατομικευμένα.