Πώς θα καταλάβεις αν κάποιος είναι Νάρκισσος;

narkissos

Η Νancy MacWilliams εξηγεί ότι τα άτομα, των οποίων η δομή της προσωπικότητάς τους, επιβάλλει να αντλούν επιβεβαίωση από παράγοντες έξω από τον εαυτό τους, ονομάζονται από τους ψυχαναλυτές, ναρκισσιστικά. Φαίνεται σαν κάτι να λείπει από την εσωτερική τους ζωή.

Δες ακόμα: 5 τρόποι να καταλάβεις αν κάποιος είναι νάρκισσος

Μπορεί να ασχολούνται με το πώς φαίνονται στους άλλους, να νιώθουν συχνά μέσα τους ότι εξαπατούν (τους άλλους) και ότι δεν μπορούν να αγαπηθούν. Μπορεί να ασχολούνται επίμονα με προσόντα που τραβούν την προσοχή –όπως η ομορφιά, η φήμη, ο πλούτος ή η πολιτική ορθότητα – παρά με τις πιο προσωπικές πτυχές της ταυτότητας και ακεραιότητας του χαρακτήρα τους.

Ο Jones περιέγραψε έναν τύπο άντρα επιδειξιομανή, απόμακρο, συναισθηματικά απρόσιτο, με φαντασιώσεις παντοδυναμίας, υπερεκτίμηση της δημιουργικότητάς του και επικριτική στάση απέναντι στο περιβάλλον του.

Στην πραγματικότητα, όμως, όλα τα ναρκισσιστικά άτομα έχουν ως κοινό γνώρισμα ένα εσωτερικό βίωμα και τρόμο όσον αφορά την ανεπάρκεια, τη ντροπή, την αδυναμία και την κατωτερότητα (Cooper,1984 βλέπε MacWilliams, 2012).

Το εσωτερικό κόστος της ναρκισσιστικής τους πείνας για αναγνώριση δεν γίνεται εύκολα ορατό, ενώ τα τραύματα που προκαλούνται στους άλλους κατά την πραγματοποίηση των ναρκισσιστικών τους ενορμήσεων μπορεί να εκλογικευτούν ως ασήμαντα ή απαραίτητες ενέργειες ενός επιτεύγματος.

narkissos

Ποια είναι τα συναισθήματα που κυριαρχούν σε έναν ναρκισσιστή;

Συναισθήματα που κυριαρχούν είναι η ντροπή, ενοχή και ο φθόνος. Φόβος ότι θα ντροπιαστούν μπροστά στους άλλους.

Η ντροπή είναι η αίσθηση ότι το άτομο γίνεται αντιληπτό από τους άλλους ως κακό ή ότι έχει σφάλει. Η ντροπή έχει την έννοια του αβοήθητου, της ασχήμιας και της ανικανότητας.

Η ενοχή από την άλλη περιλαμβάνει την έννοια μιας ενδεχόμενης κακής πράξης και περιλαμβάνει την ενεργοποίηση ενός εσωτερικευμένου επικριτικού γονέα.

Ο φθόνος σχετίζεται με την αίσθηση ότι είμαι ελλιπής και κατά κάποιο τρόπο κινδυνεύω συνεχώς να αποκαλυφθούν οι ανεπάρκειες μου, οπότε φθονώ οποιονδήποτε θεωρώ ότι έχει αυτά που δεν έχω εγώ ή που έχει πλεονεκτήματα, τα οποία θα αντιστάθμιζαν αυτά που μου λείπουν. Ο φθόνος μπορεί να είναι η απαρχή της επικριτικής διάθεσης προς τον εαυτό και τους άλλους χαρακτηριστικής τάσης εδώ. Αν αισθάνομαι ελλιπής, ίσως προσπαθώ να καταστρέψω αυτά που έχετε περιφρονώντας, κατακρίνοντας ή γελοιοποιώντας αυτά τα αγαθά.

Υπάρχει μια σταθερή διαδικασία ταξινόμησης, που χρησιμοποιείται για να αντιμετωπίσουν οποιοδήποτε θέμα τα απασχολεί. Π.χ. «Ποιό είναι το καλύτερο σχολείο;»

Tα αντικειμενικά πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα συχνά παραμερίζονται εντελώς από την αίγλη που τελικά θα έχουν τα άτομα. Μπορεί να παγιδευτούν στην τελειοθηρία. Να επιδιώξουν μη ρεαλιστικά ιδεώδη και πείθουν τον εαυτό τους είτε ότι έχουν επιτύχει το στόχο τους (το μεγαλειώδες αποτέλεσμα) ή αντιδρούν στην αποτυχία τους νιώθοντας έμφυτα ατελείς και όχι ότι απλά κάνουν λάθη όπως όλοι.  Αντίστοιχα, μπορεί να ταυτιστούν με κάποιο άλλο πρόσωπο, έναν δάσκαλο, έναν ήρωα και στην συνέχεια, να νιώθουν υπέρμετρη υπερηφάνεια μέσω της ταύτισης με το πρόσωπο αυτό.

Ένας από τους προβληματισμούς της θεραπείας με αυτούς τους ασθενείς είναι να κατανοήσουν πώς είναι να δέχεσαι τους άλλους χωρίς κριτική και χωρίς διάθεση εκμετάλλευσης, να αγαπάς χωρίς να εξιδανικεύεις και να εκφράζεις γνήσια συναισθήματα χωρίς να ντρέπεσαι.

Τα άτομα στην ζωή τους που τους τροφοδοτούν με επιβεβαίωση, θαυμασμό και αποδοχή συμβάλλουν στην ρύθμιση της αυτοεκτίμησης, ώστε να επαυξάνουν ή αντικαθιστούν αυτό που οι περισσότεροι κάνουμε εσωτερικά. Ένα ναρκισσιστικό άτομο χρειάζεται έντονα με αυτή την έννοια τους άλλους, έτσι ώστε, οι άλλες πτυχές της σχέσης με τους άλλους ωχριούν και ούτε καν μπορεί να τις διανοηθεί. Τα μηνύματα άρα που στέλνουν στους άλλους είναι συγκεχυμένα, η ανάγκη τους για τους άλλους είναι βαθιά, αλλά η αγάπη τους προς αυτούς ρηχή.

Από που πηγάζει ο ναρκισσισμός;

Πιστεύεται ότι και οι ίδιοι έχουν χρησιμοποιηθεί σαν ναρκισσιστικά εξαρτήματα. Μπορεί να ήταν πολύ σημαντικοί για τους γονείς τους, όχι όμως για αυτό που πραγματικά ήταν, αλλά για το είδος της λειτουργίας που εκπλήρωναν. Αυτό μπορεί να κάνει ένα παιδί να αισθάνεται ότι αν φανερώσει τα πραγματικά του αισθήματα και ιδιαίτερα την εχθρότητα και τον εγωισμό του, τότε το μόνο που θα επακολουθήσει είναι η ταπείνωση και η απόρριψη. Αυτό έχει επικαλεστεί από τον Winnicott (1960 βλέπε Nancy MacWIliams, 2012), «ψευδής εαυτός», δηλαδή την παρουσίαση ενός εαυτού που το άτομο έχει μάθει από την εμπειρία του ότι είναι αποδεκτός.

Είναι φυσιολογικό οι γονείς να χαίρονται και να αισθάνονται υπερήφανοι, αντικείμενο θαυμασμού και οι οι ίδιοι, όταν το παιδί τους απολαμβάνει την εκτίμηση των γύρω του. Όμως, το παιδί θα λαμβάνει την προσοχή των γονιών του ακόμα και αν οι στόχοι τους δεν εξυπηρετούνται;

Αν ένας γονιός πιστεύει ότι το παιδί είναι ζωτικής σημασίας για την δική του αυτοεκτίμηση, όταν αυτό τον απογοητεύει, θα του ασκεί κριτική είτε άμεσα είτε καλυμμένα. Ενώ δεν υπάρχει γονέας που δεν ασκεί κριτική στο παιδί του, το μήνυμα ότι δεν είναι αρκετά καλό, γενικά και αόριστα είναι εντελώς διαφορετικό από τη συγκεκριμένη κριτική για μία ενοχλητική συμπεριφορά. Αντίστοιχα, ο συνεχής έπαινος, μπορεί να είναι εξίσου καταστρεπτικός για την ανάπτυξη ρεαλιστικής αυτοεκτίμησης.

Το παιδί έχει πάντα την αίσθηση ότι του ασκείται κριτική ακόμα και όταν η κρίση των γονέων είναι θετική. Το αποτέλεσμα είναι ότι η αίσθηση ενός ατόμου ως «αρκετά καλό» δεν περιλαμβάνεται στην εσωτερική τους ταξινόμηση.

Σε βοήθησε αυτό το άρθρο;

Αυτή η σελίδα δεν παρέχει ιατρικές συμβουλές. Δες περισσότερα.