Θεραπεύοντας κρίσεις πανικού μέσα από την μέθοδο της δραματοθεραπείας

diataraxi panikou

Για όσους δεν γνωρίζετε, η δραματοθεραπεία έχει διαφορετικές εκφάνσεις. Άλλοτε εμφανίζεται περισσότερο ανθρωπολογική και άλλοτε περισσότερο θεατρική. Μπορεί να βασίζεται στην ιδέα ότι η ίδια η εκφραστικότητα είναι από μόνη της θεραπευτική ή γίνεται περισσότερο ψυχολογική. Αυτή η ποικιλία των προσεγγίσεων δεν αποτελεί μειονέκτημα της μεθόδου ούτε κίνδυνο αλλοίωσης της ταυτότητάς της. Αντίθετα, δίνεται η ευκαιρία να αναπτύσσεται και να εξελίσσεται τόσο σε επίπεδο πρακτικής, όσο και θεωρίας.

Σε όποια μορφή και αν εμφανίζεται, και αυτό σχετίζεται κυρίως με την ταυτότητα του δραματοθεραπευτή, η δραματοθεραπεία ακολουθεί κάποιους κοινούς κανόνες που έχουν να κάνουν με:

  • Τη θεραπευτική χρήση της μεταφοράς
  • Την ιδέα ότι η έκφραση είναι θεραπευτική
  • Την αξιοποίηση της “αισθητικής απόστασης” (S. Jennings)

Κατά τη διάρκεια των τελευταίων χρόνων φάνηκε μέσα από την κλινική πρακτική, ιδιαίτερα σε ψυχοπαθολογίες περισσότερο σοβαρές, ότι υπήρχαν θέματα που δεν ήταν εύκολο ή ήταν σχεδόν αδύνατον να μοιραστούν στην ομάδα. Αυτά τα θέματα ήταν συχνά θέματα/ταμπού όπως ήταν η αιμομιξία, η σεξουαλική κακοποίηση, η ομοφυλοφιλία, η παραβατικότητα, η χρήση ουσιών, η πάθηση από κάποιες ασθένειες όπως το AIDS κ.ά.

Ήταν κυρίως για την αντιμετώπιση τέτοιων προβλημάτων που ξεκίνησα να δουλεύω δραματοθεραπευτικά σε ατομικό επίπεδο. Η ατομική δραματοθεραπεία που εφαρμόζω έχει επηρεαστεί από τον ψυχαναλυτικό τρόπο δουλειάς και ιδιαίτερα από το ρεύμα μελέτης της θεραπευτικής διαμεσολάβησης όπως συναντιέται σήμερα στη Γαλλία και το Βέλγιο κυρίως, με κυριότερους εκφραστές ψυχαναλυτές όπως οι Β. Chouvier, R. Roussillon, Ant. Masson κ.ά. Σύμφωνα με αυτόν τον τρόπο δουλειάς, μεγάλη έμφαση δίνεται στα φαινόμενα μεταβίβασης και αντιμεταβίβασης, τα οποία και αναλύονται, όπως συμβαίνει στις κλασικές ψυχαναλυτικές συνεδρίες.

Το πλαίσιο της θεραπείας, το οποίο και γνωστοποιείται στον θεραπευόμενο από την πρώτη συνεδρία, αναδεικνύεται ως πολύ σημαντικό. Ορίζεται η μέρα και η ώρα της εβδομαδιαίας συνεδρίας και οι διακοπές του έτους. Αν χαθεί κάποιο ραντεβού από ευθύνη του θεραπευομένου, τότε χρεώνεται κανονικά την συνεδρία που χάθηκε. Οι χρόνοι διατηρούνται με συνέπεια, το ίδιο και η μορφή των συνεδριών. Συγκεκριμένα, η μορφή αυτή περιλαμβάνει δύο τμήματα λόγου, στην αρχή και στο τέλος και τη διαμεσολάβηση της συμβολικής πράξης. Κατά τα διαστήματα του λόγου εφαρμόζεται η καλοπροαίρετη ουδετερότητα, κάτι που επιτρέπει τη μεγαλύτερη ανάδυση μεταβιβαστικών φαινομένων.

Στην αρχή της συνεδρίας ο λόγος δίνει τη δυνατότητα στον θεραπευόμενο να φέρει υλικό, πάνω στο οποίο βασίζονται οι δράσεις που του προτείνονται. Παρεμβαίνει ενεργητικά στις τεχνικές που θα χρησιμοποιηθούν στη συνέχεια. Είναι σαν να φέρνει τις πρώτες ύλες, όπως κάποτε έλεγε και ο δικός μου αναλυτής, για να μαγειρέψουμε μαζί μετά. Κατά τη διάρκεια της πράξης ή της παραγωγής του συμβολικού προϊόντος, τόσο ο θεραπευόμενος, όσο και ο θεραπευτής αλλάζουμε διάσταση. Για να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση σε αυτή την μετάβαση, αλλάζουμε και τον τρόπο ύπαρξης στον χώρο. Κατά τη διάρκεια των φάσεων λόγου καθόμαστε σε καρέκλες απέναντι, ενώ κατά τη διάρκεια των δράσεων είτε βρισκόμαστε στη σκηνή είτε καθόμαστε σε μαξιλάρια στο πάτωμα. Ο θεραπευτής στη φάση αυτή γίνεται διευκολυντής της δράσης και μπορεί να παίζει μαζί με τον θεραπευόμενο, εφόσον ο τελευταίος χρειαστεί συμπρωταγωνιστή.

Η χρήση αυτή του θεραπευτή από τον θεραπευόμενο δεν είναι ξένη από την ψυχαναλυτική πρακτική. Το ίδιο συμβαίνει και κατά τη διάρκεια της ψυχαναλυτικής συνεδρίας, με τη διαφορά ότι δεν υπάρχει άλλη δράση πέραν του λόγου και της φαντασίας. Αυτή η διττή ταυτότητα του θεραπευτή (της καλοπροαίρετης ουδετερότητας και της ενεργητικής συμμετοχής στις δράσεις) θυμίζει τον ηθοποιό που αλλάζει ρόλο. Η σκηνή εδώ δεν είναι μόνο για τον θεραπευόμενο, αλλά και για τον θεραπευτή. Τέλος, υπάρχει η τελευταία φάση της συνεδρίας, κατά την οποία, ό,τι βιώθηκε στη φάση της δράσης, γίνεται λόγος προκειμένου να γίνει τμήμα της συνείδησης. Είναι η στιγμή της ανάδυσης του νοήματος. Ο θεραπευτής εδώ μπορεί να προτείνει ερμηνείες πάνω στο δρώμενο, με τρόπο ανάλογο των ψυχαναλυτικών ερμηνειών. Οι ερμηνείες αυτές δεν παράγονται αυθαίρετα. Συγκατασκευάζονται με τον θεραπευόμενο, γίνεται προσπάθεια να δίνονται σε σωστό χρόνο, και με σωστό τρόπο προκειμένου να επιτρέψουν την ψυχική ζύμωση.

Κρίσεις Πανικού

Συγκεκριμένο παράδειγμα

Ας δούμε στην πράξη την εφαρμογή της μεθόδου μέσα από το περιστατικό του Κ. που υπέφερε από διαταραχή πανικού. Μετά από ατομική δραματοθεραπεία ενός έτους, με εβδομαδιαίες συναντήσεις, ο Κ. κατάφερε να απαλλαγεί από τα συμπτώματα και την φαρμακευτική αγωγή.

Σύμφωνα με τα διαγνωστικά κριτήρια του DSM ΙV, οι κρίσεις ή προσβολές πανικού ανήκουν στην κατηγορία των αγχωδών διαταραχών. Εκφράζεται ως μία περίοδος φόβου ή δυσφορίας, κατά την οποία εμφανίζονται αιφνίδια και κορυφώνονται μέσα σε δέκα λεπτά της ώρας τέσσερα ή περισσότερα από τα ακόλουθα συμπτώματα: • Ταχυκαρδία • Εφίδρωση • Τρεμούλα ή έντονος τρόμος • Αίσθημα λαχανιάσματος ή ασφυξίας • Αίσθημα πνιγμού • Πόνος ή δυσφορία στον θώρακα • Ναυτία ή κοιλιακή ενόχληση • Αίσθημα ζάλης, αστάθειας ή τάση για λιποθυμία • Αποπραγματοποίηση (αίσθημα μη πραγματικού) ή αποπροσωποποίηση (ότι αποσπάται από τον εαυτό) • Φόβος απώλειας του ελέγχου ή ότι θα τρελαθεί • Φόβος θανάτου • Παραισθήσεις • Ρίγη ή αίσθημα ζέστης

Ο Κ. ήρθε μετά από παραπομπή του ψυχιάτρου που τον παρακολουθούσε λόγω των συχνών κρίσεων πανικού που τον ταλαιπωρούσαν τα τελευταία χρόνια. Οι κρίσεις αυτές τον έπιαναν με διαφορετική συχνότητα ανάλογα την περίοδο και είχαν ως συμπτώματα τον φόβο ότι κάποιο αγαπημένο πρόσωπο θα πεθάνει ή κάτι κακό θα πάθει, ταχυκαρδίες, εφίδρωση, ρίγη και δύσπνοια.

Ο Κ. ήταν το μεγαλύτερο παιδί σε μία τετραμελή οικογένεια. Είχε και μία μικρότερη κατά δύο χρόνια αδερφή. Η μητέρα τους, κυρίως, θεωρούσε πολύ εύθραυστη την αδερφή του, ενώ τον ίδιο πολύ δυνατό και ικανό. Οι γονείς ήταν μαζί κατά την παιδική ηλικία των παιδιών και η σχέση τους ήταν ταραγμένη. Χωρίσανε και έμειναν χωρισμένοι για δύο χρόνια περίπου. Έπειτα ξανασμίξανε και ξαναπαντρεύτηκαν (τους δόθηκε ευχή από ιερέα). Κατά τον πρώτο χρόνο της επανασύνδεσης και ενώ ο δεκαεπτάχρονος Κ. βρισκόταν στην τρίτη μέρα των πρώτων διακοπών που είχε πάει με τους φίλους του, οι γονείς σκοτώνονται σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα. Η οικογένεια δεν ήταν εύπορη. Ξαφνικά, τέθηκε ένα ζήτημα επιβίωσης, καθώς δεν υπήρχαν πόροι.

Οι συγγενείς τηλεφώνησαν στον Κ. και τον ενημέρωσαν στο νησί που βρισκόταν για τον θάνατο των γονιών του. Από τότε αρχίζει ο αγώνας επιβίωσης τόσο της δικής του, όσο και της αδερφής του, την οποία και ανέλαβε να προστατέψει. Ο Κ. μόλις είχε τελειώσει το λύκειο. Είχε σκοπό να συνεχίσει σπουδές, αλλά το σχέδιο διακόπηκε από τον αιφνίδιο θάνατο των γονέων και άρχισε να δουλεύει. Άλλαξε πολλές και διαφορετικές δουλειές για να καταλήξει στην δουλειά που κάνει σήμερα και τον ικανοποιεί, σε εταιρεία πληροφορικής. Οι σχέσεις με την ευρύτερη οικογένεια ήταν κακές, καθώς ο Κ. ένοιωσε ότι δεν τους στήριξαν ουσιαστικά. Αντίθετα, οι εξωοικογενειακές σχέσεις του έδιναν χαρά και ικανοποίηση. Διατηρούσε σχέση δέκα χρόνων με μία κοπέλα, την οποία και παντρεύτηκε λίγους μήνες μετά το πέρας των δυαδικών συνεδριών μας. Είχε επίσης κάποιους αγαπημένους φίλους, ενώ ήταν συμπαθής στο εργασιακό του περιβάλλον.

Η κλινική εικόνα του έδειχνε έναν νέο άντρα έξυπνο, με κοινωνικές δεξιότητες και ευφράδεια λόγου. Έτρωγε τα νύχια του και παρά το γεγονός ότι είχε παραπανίσια κιλά, ήταν μάλλον εμφανίσιμος. Το κίνητρό του για θεραπεία ήταν πολύ ισχυρό.

Εξίσου ισχυρές είχαν αποδειχθεί στο παρελθόν και οι αντιστάσεις του. Είχε ήδη διακόψει την ψυχοθεραπεία του (ομαδική και ατομική), επειδή απουσίαζε συχνά λόγω επαγγελματικών ταξιδιών. Είχε υπάρξει μέλος θεραπευτικής ομάδας αναλυτικού τύπου για δύο χρόνια και είχε δυαδικές συναντήσεις με τον ψυχίατρο που έκανε την παραπομπή. Έπαιρνε επίσης φαρμακευτική αγωγή αυξημένης δοσολογίας. Όποτε γινόταν προσπάθεια μείωσης των δόσεων, οι πανικοί επέστρεφαν.

Ο Κ. ήταν καλός συνομιλητής. Η άνεσή του όμως περιοριζόταν στον λόγο. Είχε μία πολύ κακή σχέση με το σώμα του (του οποίου το παραπάνω βάρος απέδιδε ο ίδιος στα φάρμακα, κάτι που διέψευδε ο ψυχίατρος). Πριν έρθει σε εμένα, ο συνεργάτης μου τον είχε στείλει σε μία χοροθεραπεύτρια, με σκοπό την βελτίωση της σχέσης του Κ. με το σώμα και την κίνησή του. Μετά το πρώτο ραντεβού τους, όπως μου είπε ο Κ., έφυγε τρέχοντας και δεν ξαναπάτησε, γιατί ένιωσε απαίσια στο ότι έπρεπε να χορέψει και να κινηθεί. Η ανάπτυξη των εκφραστικών του μέσων ήταν ένα από τα αιτήματά του. Μου ανέφερε ότι η κοπέλα του του ζητούσε να είναι περισσότερο εκφραστικός. Ο ίδιος αναγνώριζε αυτή την αδυναμία του και ήθελε να την βελτιώσει.

Στο πρώτο ραντεβού μας, ήρθε με καθυστέρηση περίπου ενός τετάρτου, φορώντας μία κόκκινη μπλούζα με το μήνυμα «I am aggressive». Όντας πολύ ευγενικός μου εξήγησε ότι είχε αργήσει, γιατί τον πήρε ο ύπνος. Φρόντισε επίσης να με ενημερώσει ότι ενδέχεται να απουσιάζει συχνά λόγω δουλειάς. Επίσης, με ενημέρωσε ότι τα χρήματα των συνεδριών μας του φαίνονταν πολλά και ότι θα τον βόλευε περισσότερο αν κάναμε τις συνεδρίες μας δύο φορές τον μήνα (κάθε δεκαπενθήμερο). Πράγματι, οι οικονομικές δυνατότητες του ήταν πολύ περιορισμένες.

Μου πρότεινε επίσης μία μέρα για τα ραντεβού μας κατά την οποία έλειπε λιγότερο εξαιτίας των ταξιδιών. Του εξήγησα ότι θα έπρεπε να δεσμευτεί στην εβδομαδιαία μας συνάντηση και ότι δεν θα δεχόμουν να δουλέψω μαζί του με αραιές συνεδρίες. Εγώ δεσμεύτηκα στο να του μειώσω  την τιμή των ραντεβού μας, προκειμένου να ελαχιστοποιήσω τις αντιστάσεις του και να ορίσουμε τις συνεδρίες μας στην μέρα που είχε προτείνει.

Τέλος, τον ρώτησα για την μπλούζα του. Τι ήθελε άραγε να μου πει; Ότι δεν έπρεπε να τον ζορίσω γιατί θα θύμωνε; Με προειδοποιούσε; Με απειλούσε; Και αν ναι, γιατί το έκανε; Μήπως από φόβο; Ήταν φανερό ήδη από το πρώτο μας ραντεβού ότι η απουσία της συναισθηματικής έκφρασης έβρισκε την οδό μέσω άλλων δράσεων, εξίσου συμβολικών με αυτές των δραματοθεραπευτικών τεχνικών μας, αλλά άλλης φύσης, των εκδραματίσεων (acting out). Ο Κ. συνέχιζε να αργεί στα ραντεβού μας. Μετά άρχισε να απουσιάζει και από συνεδρίες. Αυτές οι δυσκολίες που έφερνε, συζητιόνταν με σκοπό να τις κατανοήσει ως εσωτερικές αντιστάσεις που τον κρατούσαν από την θεραπεία του. Στις πρώτες συνεδρίες μας, απέφυγα να προτείνω τεχνικές που απαιτούσαν ικανότητες υψηλής εκφραστικότητας.

Ξεκινήσαμε με τεχνικές που βασίζονταν στον λόγο, με τον οποίο ήταν πολύ εξοικειωμένος. Τεχνικές δημιουργικής γραφής, κειμένου που γεννιόταν από μία εικόνα, από έναν ήχο ή μία μουσική, ήταν οι βασικές πρώτες δράσεις μας. Αργότερα, περάσαμε σε τεχνικές εικαστικές. Εκεί ο Κ. ένοιωθε λιγότερη εξοικείωση. Παρόλα αυτά, κατάφερνε με ενθάρρυνση να παράξει κάποια πρώτα σχέδια. Ήταν ενδεικτική η λιτότητά τους. Σε αυτά τα πρώτα σχέδια, διακρινόταν μία πρόθεση ημισυνειδητή απόκρυψης. Οι άνθρωποι σχεδιάζονταν με πέντε γραμμές και έναν κύκλο, ενώ τα πρόσωπα απουσίαζαν εντελώς. Οι άνθρωποι αυτοί ήταν γυμνοί από συναισθηματική έκφραση.

Ενδεικτικές είναι οι δύο εικόνες που προέκυψαν από την δράση που ακολούθησε την πρόταση μου: «Φτιάξε δύο εικόνες, στη μία θα είσαι εσύ όπως πραγματικά είσαι, και στην άλλη, όπως σε βλέπουν οι άλλοι»  Το θέμα της κάλυψης του συναισθήματος ήταν κεντρικό στην ψυχοθεραπεία του. Οι φιγούρες που εμφανίστηκαν στις εικαστικές δράσεις είχαν μία σταδιακή εξέλιξη. Από τα λιτά ανθρωπάκια χωρίς πρόσωπο εμφανίστηκε ο μασκοφόρος ήρωας Spider Man. H εξέλιξη είναι εμφανής. Υπάρχει σώμα αυτή τη φορά, χρώμα και μάτια. Η κάλυψη του προσώπου είναι πια συνειδητή ως αμυντική διαδικασία. Αμυντική είναι και η στάση του σώματος.

Η αμέσως επόμενη γκάμα τεχνικών που εισήχθησαν ήταν αυτές σωματικής εκφραστικότητας, μέσω γλυπτών. Σε μία από αυτές τις συνεδρίες, αξιοποιήσαμε το ενδιαφέρον και των δυο μας για τις νέες τεχνολογίες. Η τεχνολογία ήρθε σε αυτή τη συνεδρία ως διπλή διαμεσολάβηση. Έτσι, προέκυψε μία από τις πιο σημαντικές συνεδρίες σύμφωνα με τον Κ.. Η ψηφιακή μηχανή του κινητού τηλεφώνου του Κ. χρησιμοποιήθηκε στην συνεδρία για να συλλάβει κάποιες εικόνες του, τις οποίες τράβηξα εγώ καθώς ήταν στη δράση και μετά τις σχολίασε. Συγκεκριμένα, έπρεπε να επιλέξει μέσα από ένα καπέλο ένα χαρτάκι διπλωμένο κάθε φορά, το οποίο και έγραφε ένα συναίσθημα. Αυτό, έπρεπε να το αναπαραστήσει εκφραστικά, τόσο σωματικά, όσο και εκφραστικά.

Η συνεδρία αυτή ήταν ιδιαίτερα αποκαλυπτική και για τους δυο μας. Δυσκολεύτηκε πολύ να αναπαραστήσει τα συναισθήματα, ενώ κάποια τα αλλοίωσε εντελώς. Ο θυμός ήταν το συναίσθημα που ήταν εύκολα αναγνωρίσιμο, παρά το γεγονός ότι χρειάστηκε αρκετό χρόνο για να δημιουργήσει την αναπαράσταση εκφραστικά. Η θλίψη, εμφανίστηκε αλλοιωμένη. Η αναπαράστασή της, όπως την είδε ο ίδιος ο Κ. από τη φωτογραφία, έμοιαζε περισσότερο με το γλυπτό ενός στοχασμού ή σκέψης. Απουσίαζαν παντελώς τα στοιχεία που θα εκδήλωναν θλίψη. Αυτή η αναγνώριση, έφερε ένα πλήθος συνειρμών. Η θλίψη, πράγματι απουσίαζε από τον Κ.

Αντί αυτής, ερχόταν η σκέψη μέσω της εκλογίκευσης. Θυμήθηκε το γεγονός του θανάτου των γονιών. Του το είπαν στο τηλέφωνο όταν ήταν στο νησί. «Δεν έκλαψα καθόλου για τον θάνατό τους. Θυμάμαι ότι το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα και που σκεφτόμουν για πολλά χρόνια ήταν «και τώρα τι κάνουμε; Πώς θα επιβιώσουμε;». Το πένθος δεν είχε ποτέ υπάρξει για την απώλεια των γονιών, εξαιτίας του αγώνα για την επιβίωση. Αυτό μπόρεσε να γίνει περισσότερο κατανοητό μέσα από την αναπαράσταση της γραμμής της ζωής του, την οποία και δεν σας παρουσιάζω για λόγους διατήρησης του απορρήτου. Η γραμμή αυτή αναπαριστάται μέχρι τη μέση από τα σχολικά του χρόνια και σηματοδοτείται από τον θάνατο των γονιών. Απουσιάζουν εντελώς τα σημαντικά πρόσωπα της ζωής του (την κοπέλα του, και τους τρεις πιο αγαπημένους φίλους του που μου τους αναφέρει συχνά).

Η συνέχεια της γραμμής από το ατύχημα των γονέων αναφέρεται στην εργασιακή του προσπάθεια. Γίνεται νύξη σε διαφορετικές δουλειές ως την στιγμή που βρίσκεται στην δουλειά που είναι σήμερα και είναι καλά. Εκεί ξεσπούν οι κρίσεις πανικού που τον οδηγούν για θεραπεία. Η αρχή είχε γίνει. Από την στιγμή αυτή σταματήσανε οι απουσίες και ο Κ. ήταν πολύ συνεπής. Το περιβάλλον του (η κοπέλα και οι φίλοι του) τον έβλεπαν περισσότερο επικοινωνιακό και εκφραστικό. Φαίνεται, ότι αυτό συνέβαλε και στην μεγαλύτερη επένδυση προς την θεραπεία του. Οι απουσίες του φάνηκαν να είναι κι αυτές ένα είδος κάλυψης, ενός κουκουλώματος. Στο μεταξύ ο ψυχίατρος ελάττωνε τις δόσεις των φαρμάκων, αναγνωρίζοντας και ο ίδιος την πρόοδο του ασθενούς μας. Το θέμα της κάλυψης επανεμφανίστηκε μέσα στις επόμενες συνεδρίες υπό την μορφή φαντάσματος.

Μία ακόμη παράμετρος έρχεται στην επιφάνεια με αυτή τη φιγούρα. Το φάντασμα αναπαριστά κυρίως μία φιγούρα ζωντανού/νεκρού. Για πρώτη φορά, ερχόταν το θέμα του θανάτου και της ζωής μέσα στις συνεδρίες μας. Το φάντασμα ξαναήρθε ως φιγούρα σε πολλές δράσεις. Ποτέ δεν ερχόταν συνειδητά. Προέκυπτε πάντα από το ασυνείδητο του Κ. και ξυπνούσε έναν διάλογο πάνω σε θέματα ζωής και θανάτου. Ο Κ. όντας πια εξοικειωμένος με την μέθοδο, έχοντας κάνει προόδους στις εκφραστικές ικανότητές του και έχοντας εμπιστοσύνη στο πρόσωπό μου, δέχτηκε να εκφραστεί μέσω των ρόλων και της θεατρικής διαμεσολάβησης.

Χρειάστηκε να ξεθάψουμε τους γονείς του. Να παίξουμε μαζί τους σε κάποιες συνεδρίες. Σε αυτές τις δύσκολες συναισθηματικά συνεδρίες, η θεραπεύτρια έγινε πότε ο νεκρός πατέρας, πότε η νεκρή μητέρα, πότε η αδερφή, ακόμη και ο ίδιος ο θεραπευόμενος, όταν εκείνος άλλαζε ρόλο. Το τέλος της θεραπείας αρχίζει να διαφαίνεται όταν έρχεται στην επιφάνεια ένα όνειρο που δραματοποιούμε. «Είναι ένα όνειρο που ερχόταν και ξαναερχόταν ως την στιγμή που ξέσπασαν οι κρίσεις», ξεκινάει την αφήγησή του ο Κ. «Κατηφορίζω για να πάω στο σχολείο. Ακριβώς απέναντι από το σχολείο μένει ένας αγαπημένος μου φίλος, στο σπίτι του οποίου μαζευόμασταν μεγάλη παρέα πριν ή μετά την τάξη. Ξαφνικά, βλέπω πολύ κόσμο μαζεμένο απ’ έξω. Είναι όλοι σκυθρωποί και δεν μιλούν. Πλησιάζω και ρωτάω τι γίνεται. Νιώθω ένα χέρι στην πλάτη μου. Γυρνώ και βλέπω τον πατέρα μου. Μου λέει: «Πέθανε ο Κ.», ο Κ. είναι ο κολλητός μου. Ξυπνώ αλαφιασμένος». Ο «κολλητός» στο όνειρο έχει το ίδιο όνομα με τον ίδιο.

Στο όνειρο αυτό υπάρχει η προβληματική που εμφανίζεται στο σύμπτωμα του πανικού. Άλλωστε, μήπως το ίδιο το σύμπτωμα, όποιο και αν είναι αυτό, δεν αποτελεί μία μεταφορά από μόνο του, ενός απωθημένου νοήματος; Ο φόβος του θανάτου για τους αγαπημένους του εμφανίζεται στο όνειρο. Αυτό όμως που δουλέψαμε μαζί και έγινε τελικά κτήμα στην συνείδησή του είναι ότι η μάσκα του ονείρου έβαλε τον κολλητό να πεθαίνει, ο οποίος έχει και το ίδιο όνομα και όχι αυτόν τον ίδιο. Ο πατέρας εμφανίζεται πισώπλατα και του λέει το άσχημο νέο. Ο πατέρας έχει ήδη εμφανιστεί σε προηγούμενες συνεδρίες να παίζει τον βασικότερο ρόλο διαμόρφωσης του υπερεγώ του Κ. Ο Κ. είναι ακόμη ζωντανός ενώ οι δικοί του πεθαμένοι. Ένα παράξενο συναίσθημα ενοχής εμφανίζεται επειδή κατάφερε να επιβιώσει, ανάλογο με αυτό που περιγράφεται στη βιβλιογραφία ως η ενοχή του επιζήσαντα.

Η δουλειά πάνω στα αισθήματα ενοχής θα είναι το προτελευταίο τμήμα της δουλειάς που κάναμε σε ατομικό επίπεδο. Τα φάρμακα σταματούν εντελώς. Ο Κ. επιθυμεί να συνεχίσει την δουλειά με σκοπό την επιδίωξη ενός υψηλότερου βαθμού αυτεπίγνωσης.  Αποφασίζουμε από κοινού ότι είναι πια έτοιμος να μπει σε ομάδα. Κατά τη διάρκεια του αποχαιρετισμού της δυαδικής θεραπευτικής κατάστασης, ο Κ. κλήθηκε να αντιμετωπίσει τον θάνατο του σκύλου του. Ο ίδιος πήγε τον σκύλο για ευθανασία. Ετοιμαζόταν για αυτόν τον αποχαιρετισμό καιρό, καθώς ήξερε ότι το ζώο υπέφερε από καρκίνο. Η τελευταία μας συνάντηση έγινε μετά τον θάνατο του σκύλου. Ανέφερε πόσο πολύ έκλαψε και πως για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια δεν έσφιξε τα δόντια και δεν σκέφτηκε αντί να αισθανθεί. Οι κρίσεις πανικού δεν ξαναφάνηκαν, ενώ έχει ήδη περάσει ένας χρόνος από το τέλος των δυαδικών μας συναντήσεων.

 

Σε βοήθησε αυτό το άρθρο;

Αυτή η σελίδα δεν παρέχει ιατρικές συμβουλές. Δες περισσότερα.