Η σημασία του προγεννητικού ελέγχου
Η μητρότητα είναι ίσως ο πιο συναρπαστικός ρόλος για μια γυναίκα. Πρόκειται για ένα ρολό που αρχίζει από τη σύλληψη, γιατί σχετίζεται πάνω από όλα με τη δημιουργία μιας ζωής.
Δες ακόμα: Τι αλλάζει στην γονιμότητα και την εγκυμοσύνη για τις νέες μαμάδες άνω των 35 ετών
Δεν αφήνει λοιπόν κανένα περιθώριο για επιπολαιότητες.
Η κύηση αποτελεί ένα φυσιολογικό και κορυφαίο γεγονός στη ζωή της γυναικάς, το όποιο μπορεί να επιπλοκή με παθολογικές καταστάσεις που ίσως αποβούν επικίνδυνες για τη μητέρα και το έμβρυο σε ποσοστό 5-20%. Πλέον, όμως, οι τεχνολογικές πρόοδοι στην ιατρική την τελευταία εικοσαετία δίνουν τη δυνατότητα να περιοριστούν οι κίνδυνοι αυτοί, αρκεί οι μέλλοντες γονείς να προετοιμαστούν σωστά και να παρακολουθούν με ορθό τρόπο την εγκυμοσύνη.
Στόχος του προγεννητικού έλεγχου και της σωστής παρακολούθησης της εγκυμοσύνης είναι η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη εξασφάλιση μιας κύησης χωρίς επιπλοκές και η γέννηση ενός ζώντος και υγιούς νεογνού.
Τα ζευγάρια πρέπει να είναι ενημερωμένα και ευαισθητοποιημένα για την κατεύθυνση που πρέπει να έχει τη σημερινή εποχή η σωστή προετοιμασία και η παρακολούθηση της εγκυμοσύνης.
Ο προγεννητικός έλεγχος, τις περισσότερες φορές απλά επιβεβαιώνει την ελπίδα ότι το έμβρυο είναι πράγματι υγιές και γερό βοηθήσει να περάσει το ζευγάρι την περίοδο αυτή με ασφάλεια και ηρεμία.
Από την άλλη μεριά, σε περιπτώσεις κατά τις οποίες υπάρχει πιθανότητα επιπλοκών, ο προγεννητικός έλεγχος συμβάλλει στον εντοπισμό αυτών και στην κατάλληλη προετοιμασία του ζευγαριού ώστε να αντιμετωπιστούν με τον καλλίτερο τρόπο και να ελαχιστοποιηθούν οι πιθανότητες να αποβούν επικίνδυνες τόσο για την μητέρα όσο και για το έμβρυο.
Από την διάγνωση της εγκυμοσύνης και καθ’ όλη τη διάρκεια αυτής ο γυναικολόγος θα πρέπει να παρακολουθεί την έγκυο τακτικά για να παρακολουθεί πχ, την αύξηση του βάρους της, να ελέγχει την πίεση της, να συνταγογραφεί βιταμίνες, σίδηρο η και συμπληρώματα διατροφής και όταν χρειάζεται να συστήνει απαραίτητες εξετάσεις που μπορεί να είναι εξετάσεις ρουτίνας η άλλες πιο εξειδικευμένες εξετάσεις.
Ξεκινώντας έναν στοιχειώδη προγαμιαίο έλεγχο, θα πρέπει το ζευγάρι να ελέγξει με ηλεκτροφόριση αιμοσφαιρίνης την πιθανότητα στίγματος μεσογειακής αναιμίας. Εάν έχουν στίγμα και οι δυο γονείς, είναι απαραίτητος ο προγεννητικός έλεγχος στη 12η εβδομάδα της κύησης με βιοψία τροφοβλάστης.
Ο αιματολογικός έλεγχος της γυναικάς χρειάζεται να περιλαμβάνει επίσης εξετάσεις για ηπατίτιδα B και C, αντισώματα ερυθράς, αντισώματα τοξοπλάσματος, κυτταρομεγαλοϊού και αντισώματα HIV (Aids).
Το ιστορικό του ζεύγους είναι πολύ σημαντικό για τη διάγνωση κληρονομικών νοσημάτων η νοσημάτων της μέλλουσας μητέρα όπως διαβήτης, υπέρταση και αυτόνομα νοσήματα.
Ο προγεννητικός έλεγχος αφορά σε διαγνωστικές μεθόδους που σκοπό έχουν να ανιχνεύσουν και να διαγνώσουν ύπαρξη νοσημάτων στο έμβρυο.
Χωρίζονται σε μη επεμβατικές και επεμβατικές. Η μεγάλη <<ομπρέλα>> του προγεννητικού έλεγχου είναι η υπερηχογραφία, η όποια ανήκει στις μη επεμβατικές μεθόδους. Άλλες μη επεμβατικές μέθοδοι είναι το τεστ της αυχενικής διαφάνειας του εμβρύου με τους βιομηχανικούς δείκτες, που ανιχνεύει έγκυες υψηλού κίνδυνου για χρωμοσώματος νόσημα του εμβρύου. Διενεργείται από την 11η έως τη 14η εβδομάδα της κύησης και είναι συνδυασμός υπερηχογραφήματος και αιμοληψίας της μητέρας και το υπερηχογράφημα β’ επίπεδου (ανατομικό) που διενεργείται στην 21η – 22η εβδομάδα της κυήσεως.
Οι επεμβατικές μέθοδοι είναι
- η αμνιοπαρακεντηση και η
- βιοψία τροφοβλάστης {CVS}.
Η υγεία της μητέρας
Η προγεννητική φροντίδα είναι όλη η διαδικασία της παρακολούθησης της εγκυμοσύνης και αφορά κυρίως στην υγεία της μητέρας και εμμέσως του κυοφορούμενου εμβρύου. Η ευθύνη του μαιευτήρα είναι να παρακολουθεί την έγκυο στενά για να μπορέσει να διαγνώσει καταστάσεις που χρειάζονται περαιτέρω έλεγχο και θεραπεία. Καθήκον της εγκύου είναι να πειθαρχεί στις οδηγίες του γιατρού. Κατά την παρακολούθηση της κύησης μπορούν να διαγνωστούν:
- Ήπια υπέρταση, η έγκαιρη διάγνωση της οποίας αποτρέπει περαιτέρω
επιδείνωση με σοβαρότερες συνέπειες όπως προεκταμένα και λοιπά σύνδρομα. - Αιματολογικές διαταραχές, από απλή αναιμία μέχρι διαταραχές
πηκτικότητας που μπορεί να οδηγήσουν σε σοβαρότερα προβλήματα. - Λοιμώξεις της εγκύου, που σε κάποιο ποσοστό υπάρχει περίπτωση να
προσβάλουν το έμβρυο όπως: τοξοπλάσμωση, ερυθρά, κυτταρομεγαλοιός, πάριος. - Διαβήτης της κυήσεως, από ήπιος που αντιμετωπίζεται με ειδική
διατροφή, όταν είναι οριακά διαταραγμένη η καμπύλη σακχάρου, μέχρι την
παθολογική καμπύλη κατά την όποια η έγκυος θα χρειαστεί να λάβει ινσουλίνη.
Οι εξετάσεις για το έμβρυο
Στο πλαίσιο του προγεννητικού έλεγχου οι εξετάσεις που διενεργούνται σε
μια εξελισσόμενη κύηση είναι:
- Υπερηχογράφημα Α’ τρίμηνου: γίνεται μεταξύ 11ης και 14ης εβδομάδας της κύησης, καλυτέρα στη 12η εβδομάδα και υπολογίζεται η αυχενική διαφάνεια του εμβρύου. Ακόλουθη αιμοληψία της εγκύου για μέτρηση δυο βιοχημικών δεικτών {B-HCG και PAPP-A}. Τα αποτελέσματα αναλύονται με συγκεκριμένο αλγόριθμο σε ηλεκτρονικό υπολογιστή και από την επεξεργασία αυτή έχουμε ένα κλάσμα που αφορά στην πιθανότητα που έχει η συγκεκριμένη έγκυος να κυοφορεί έμβρυο με τρισάγιες 21 {σύνδρομο down}, 18 και 13.
Παράλληλα, ελέγχεται όλη η ανατομία του εμβρύου {εγκέφαλος – πεπτικό -κάρδια – ουροποιητικό – σκελετός}. Το ποσοστό ανίχνευσης των χρωμοσωμάτων ανωμαλιών με το παραπάνω τεστ αγγίζει το 95%. Γίνεται σε έγκυες όλων των ηλικιών. Εάν το ποσοστό κίνδυνου είναι υψηλό συστήνεται επεμβατικός προγεννητικός έλεγχος με βιοψία τροφοβλάστης {CVS} η αμνιοπαρακέντηση για έλεγχο του παράτυπου του εμβρύου. Η απόφαση ανήκει στο ζευγάρι, αφού λάβουν υπόψη ότι το ποσοστό κίνδυνου αποβολής κατά την αμνιοπαρακέντηση η α είναι 1% διεθνώς. Η διαδικασία του έλεγχου ολοκληρώνεται σε 1 ώρα περίπου και τα αποτελέσματα γνωστοποιούνται άμεσα στη έγκυο. - Υπερηχογράφημα B’ επίπεδου η ανατομικό: διενεργείται μεταξύ 20ης και 22ης εβδομάδας της κύησης. Σε αυτήν την εξέταση που διαρκεί περίπου 40 λεπτά έως 1 ώρα εξετάζεται από ειδικούς γιατρούς η ανατομία του εμβρύου. Επίσης ελέγχεται ο τράχηλος για την επάρκεια του και ελέγχεται η ροη του αίματος στις μητριαίες αρτηρίες με doppler. Α ποσοστά ανεύρεσης μορφολογικών ανωμαλιών του εμβρύου αγγίζουν το 70% του συνόλου.
Ο επεμβατικός έλεγχος
Εάν χρειαστεί επεμβατικός προγεννητικός έλεγχος, ακόλουθη λεπτομερής ενημέρωση του ζεύγους από τον ειδικό ιατρό σε συνεργασία με τον θεράποντα και η απόφαση που θα ληφθέν ανήκει στο ζεύγος.
Η βιοψία της τροφοβλάστης {CVS} διενεργείται συνήθως τη 12η εβδομάδα της κύησης. Με λεπτή βελόνα και με τοπική αναισθησία, κάτω από υπερηχογραφία έλεγχο και υπό συνεχή αναρρόφηση, λαμβάνεται ποσότητα οριακών λάχνων που αντιπροσωπεύει δείγμα του πλακούντα και αντικατοπτρίζει τη χρωμοσωμιακή σύνθεση του εμβρύου.
Η αμνιοπαρακέντηση διενεργείται περίπου τη 17η εβδομάδα της κύησης. Γίνεται λήψη 15 cc αμνιακού υγρού με λεπτή βελόνα που οδηγείται από το γιατρό μέσα στην αμνιακοί κοιλότητα, κάτω από υπερηχογραφία παρακολούθηση, όποτε εξασφαλίζεται η ασφάλεια της επέμβασης. Η ενόχληση είναι ελάχιστη και τα αποτελέσματα είναι έτοιμα κατ’ αρχάς σε 2 ημέρες για τα πιο συνέτειναν έτοιμο και το αποτέσματα της λεπτομερούς χαρτογράφησης όλου του παράτυπου του εμβρύου. Στις μηνιαίες επισκέψεις της εγκύου.
Στις μηνιαίες επισκέψεις της εγκύου γίνεται έλεγχος του βάρους της, της αρτηριακής της πίεσης, των αιματολογικών εξετάσεων και της γενικής εξέτασης ουρών. Στις 27 – 18 εβδομάδες διενεργείται καμπύλη σακχάρου της μητέρας.
Μεταξύ 32ης και 33ης εβδομάδας διενεργείται doppler υπερηχογράφημα για να διαπιστωθεί αν η ροη του αίματος στις μητριαίες και στις ομφαλικές αρτηρίες τροφοδοτούν το έμβρυο επαρκώς, έμμεσος δείκτης της καλής του οξυγόνωσης.
Προς το τέλος πια της κύησης μπορεί να γίνει αξιολόγηση του βιοφυσικού προφίλ του εμβρύου που έχει σχέση με τη γενική του κατάσταση και τις εφεδρείες του πλακούντα. Περιλαμβάνει έλεγχο των κινήσεων του κορμού, των αναπνευστικών κινήσεων, του τόνου και της ποσότητας του αμνιακού υγρού. Η τελική βαθμολογία περιλαμβάνει καρδιοτοκογράφημα ηρεμίας και doppler. Όλες οι παραπάνω διαγνωστικές μέθοδοι είναι το απόσταγμα της τεχνολογικής προόδου στην ιατρική την τελευταία εικοσαετία και συμβάλλουν στη σημαντική βελτίωση της προγεννητικής νοσηρότητας και θνησιμότητας.
Το ιστορικό του ζεύγους είναι πολύ σημαντικό για τη διάγνωση κληρονομικών νοσημάτων της μέλλουσας μητέρας, όπως διαβήτης, υπέρταση και αυτόνομα νοσήματα.
Ο προγεννητικός έλεγχος είναι ο καλύτερος τρόπος για να διασφαλιστεί η καλή υγεία της μητέρας, αλλά και την καλή υγεία του μωρού, συμφώνα με τις τεχνολογικές προόδους στην ιατρική.