Η κατάθλιψη των γιορτών
Κατά την περίοδο των χριστουγεννιάτικων εορτών, αρκετοί άνθρωποι αναφέρουν συναισθήματα θλίψης, απαισιοδοξίας, στεναχώριας, πεσμένης διάθεσης ή μίας γενικότερης ψυχικής αναστάτωσης, που συχνά δεν μπορούν να προσδιορίσουν τις πηγές τους.
Αυτά τα συναισθήματα οι ειδικοί της ψυχικής υγείας τα κατατάσσουν υπό στην κατηγορία της «εποχιακής κατάθλιψης», λόγω του ότι εμφανίζονται συγκεκριμένη χρονική περίοδο και έχουν λάβει ακόμη και το όνομα «κατάθλιψη των γιορτών». Παρόλο που οι περισσότεροι μπορεί να αναρωτηθούν εάν όντως υφίσταται τέτοιου είδους κατάθλιψη ή «είναι όλα στο μυαλό μας», «είναι η ιδέα μας» κλπ., είναι γεγονός ότι έχουν παρατηρηθεί αυξημένα περιστατικά καταθλιπτικών επεισοδίων κατά τις εορτές των Χριστουγέννων ή ακόμη υποτροπές στους ανθρώπους που έχουν ήδη βιώσει ένα καταθλιπτικό επεισόδιο. Αυτό βέβαια δεν ισχύει σε όλες τις περιπτώσεις, όμως αρκετοί άνθρωποι παραδέχονται ότι είναι «πεσμένοι», «κλαίνε χωρίς λόγο», «δεν έχουν διάθεση», «αισθάνονται άσχημα, καταθλιπτικά» πριν, κατά τη διάρκεια ή αμέσως μετά τις χριστουγεννιάτικες διακοπές, παρόλο που και οι ίδιοι αναρωτιούνται για ποιον λόγο αφού είναι μια εορταστική περίοδος που «θα έπρεπε να τους κάνει χαρούμενους».
Γι’ αυτό και θα πρέπει αρχικά να γίνει σαφές ότι για τίποτα δεν είμαστε υποχρεωμένοι: επειδή είναι μία γιορτινή περίοδος δεν είναι απαραίτητο να αισθανόμαστε όλοι χαρούμενοι, ευτυχισμένοι, γεμάτοι αισιοδοξία και αυτοπεποίθηση. Επιπλέον, δεν χρειάζεται να απολογούμαστε για τα συναισθήματά μας.
Εάν κάποιος δεν αισθάνεται καλά δεν είναι αναγκασμένος να καταπιεστεί μόνο και μόνο «γιατί έτσι πρέπει» και μάλιστα ένα μεγάλο μέρος της κατάθλιψης των Χριστουγέννων οφείλεται εν μέρει ακριβώς σε αυτόν τον ψυχαναγκασμό, δηλ. στην σκέψη ότι πρέπει να είμαστε καλά αφού είναι γιορτές, ενώ στην πραγματικότητα δεν είμαστε. Έτσι, το πρώτο που θα πρέπει κανείς να έχει υπ’όψιν του είναι ότι ανεξάρτητα από την εξωτερική πραγματικότητα, η οποία ενδεχομένως επιτάσσει να γιορτάζουμε, να στολίζουμε και να είμαστε σε χαρούμενη διάθεση, τα συναισθήματα που βιώνει ο καθένας, δηλ. η εσωτερική πραγματικότητα, μπορεί να μην συμβαδίζουν.
Επομένως, αυτό που προτείνεται από τους ειδικούς της ψυχικής υγείας είναι κατ’αρχήν να δείξουμε σεβασμό προς τα συναισθήματά μας και να τα αποδεχτούμε εμείς οι ίδιοι. Στη συνέχεια είναι πιο εύκολο να τα διαχειριστούμε, αλλά και να τα εκφράσουμε, χωρίς να φοβόμαστε ότι οι γύρω μας θα μας απορρίψουν. Εάν ο καθένας αισθανόταν καλά με ό,τι αισθάνεται, είτε αρνητικό είτε θετικό, θα μπορούσε να το υποστηρίξει πιο εύκολα, ανεξάρτητα από την στάση των ανθρώπων γύρω του.
Επιπλέον, οι γιορτές των Χριστουγέννων είναι πηγή άγχους και θλίψης και για άλλους λόγους: πρόκειται κατ’εξοχήν για οικογενειακές γιορτές, άρα μας φέρνουν αντιμέτωπους με πολλούς συγγενείς, κάτι που μπορεί για κάποιους να είναι ένα ευχάριστο γεγονός (όταν για παράδειγμα μαζευόμαστε όλοι οι συγγενείς και συναντιόμαστε μετά από καιρό, όπου έχουμε επιθυμία να δούμε ο ένας τον άλλον, ίσως ακόμη και να μας λείπουν κάποιοι που δεν έχουμε τη δυνατότητα να δούμε σε άλλες χρονικές περιόδους), αλλά μπορεί για άλλους να βιώνεται ως ένα δυσάρεστο γεγονός (όταν για παράδειγμα υπάρχει ένα πένθος στην οικογένεια όπου κάποιος συγγενής λείπει από το οικογενειακό τραπέζι ή όταν υπάρχουν σοβαρές συγκρούσεις μέσα στο ευρύτερο οικογενειακό περιβάλλον, τις οποίες είχαμε καταφέρει να «ξεχάσουμε» αλλά με αφορμή τα οικογενειακά τραπέζια τις βρίσκουμε μπροστά μας).
Ακόμη και ένας χωρισμός μπορεί να είναι αιτία της κατάθλιψης των Χριστουγεννιάτικων γιορτών, γιατί την περίοδο αυτή αισθανόμαστε περισσότερο μόνοι και ίσως αναβιώνουμε τα συναισθήματα που μας είχε προκαλέσει ο χωρισμός, όταν αναλογιζόμαστε ένα αγαπημένο πρόσωπο που δεν είναι πλέον στη ζωή μας. Ειδικά αυτός ο παράγοντας αφορά πολλούς ανθρώπους οι οποίοι βιώνουν αισθήματα μοναξιάς κατά τις εορτές, λόγω του ότι δεν έχουν δικούς τους ανθρώπους για να περάσουν μαζί τους τις ημέρες αυτές ή λόγω του ότι οι δικοί τους άνθρωποι βρίσκονται μακριά τους για διάφορους λόγους (κάτι που ισχύει όλο και περισσότερο στην εποχή της οικονομικής κρίσης που διανύουμε, όπου αρκετοί άνθρωποι έχουν αναγκαστεί να μετακομίσουν στο εξωτερικό και ίσως δεν μπορούν να επισκεφθούν τους δικούς τους κατά την περίοδο των Χριστουγεννιάτικων εορτών).
Εκτός από τα παραπάνω, που όλοι μας, είτε περισσότερο είτε λιγότερο, έχουμε αισθανθεί κατά καιρούς την περίοδο των εορτών, οι γιορτές των Χριστουγέννων κατέχουν ένα ακόμη νόημα: λόγω του τέλους ενός χρόνου και της αρχής ενός νέου, μας βάζουν σε θέση απολογισμού για το έτος που πέρασε αλλά και σε θέση αναθεώρησης και αναπροσδιορισμού για το επόμενο έτος. Συνοπτικά, το τέλος του χρόνου ανακινεί συνήθως ανάμεικτα συναισθήματα μεταξύ χαράς και λύπης, ανάλογα το πώς αξιολογούμε τα γεγονότα που έλαβαν χώρα το έτος που κλείνει και παράλληλα είναι η αφορμή για να θέσει κανείς νέους στόχους για τον χρόνο που θα έρθει.
Προφανώς, ανάλογα τη διάθεσή μας και τις εμπειρίες μας τον προηγούμενο χρόνο, αλλά και το πόσο δυνατοί αισθανόμαστε να κάνουμε πράξη ό,τι στοχεύουμε τον επόμενο χρόνο, βιώνουμε και τα αντίστοιχα συναισθήματα. Όμως, στις περισσότερες περιπτώσεις, φαίνεται ότι η συναισθηματική και ψυχική μας κατάσταση επηρεάζεται σημαντικά από την περίοδο των γιορτών των Χριστουγέννων.
Σημειώνεται ότι ακόμη και στις περιπτώσεις που υπάρχουν παιδιά στην οικογένεια, τα οποία είναι φυσικό να δίνουν ζωή και χαρά στις μέρες αυτές ακόμη περισσότερο, αφού προσεγγίζουν με άλλη διάθεση από τους ενήλικες τις γιορτές, δεν είναι αναγκαστικό ότι οι γονείς θα πρέπει οπωσδήποτε να βιώνουν και αυτοί παρόμοια συναισθήματα χαράς και αισιοδοξίας: αυτό το σημειώνουμε διότι έχει παρατηρηθεί ότι οι γονείς που δεν μοιράζονται τα θετικά συναισθήματα των παιδιών τους στις γιορτές, αισθάνονται επιπλέον και ενοχές που δεν μπορούν να χαρούν μαζί με τα παιδιά τους και που τους «στερούν» την χαρά των εορτών.
Έχει αποδειχτεί ότι όλοι μας βιώνουμε λιγότερο άγχος και συναισθήματα κατάθλιψης όταν αναγνωρίζουμε τα αυθεντικά συναισθήματά μας και δεν πασχίζουμε να τα αποκρύψουμε πάση θυσία. Προφανώς τα παιδιά αναμένουν από τους γονείς να μοιράζονται τα συναισθήματα και τη χαρά τους κατά την περίοδο των εορτών, όμως οι γονείς θα πρέπει να έχουν υπ’όψιν τους ότι όσο πιο αληθινοί είναι απέναντι στα παιδιά τους τόσο καλύτερη και η επικοινωνία μαζί τους, άρα και η εμπιστοσύνη και η σχέση τους.
Δεν είναι αναγκαστικό, λοιπόν, να προσποιούμαστε ότι είμαστε χαρούμενοι για χάρη των παιδιών, αφού έτσι κι αλλιώς τα παιδιά μπορούν να αντιληφθούν τη συναισθηματική μας κατάσταση από το σύνολο της συμπεριφοράς μας και είναι προτιμότερο να εκφράζουμε συναισθήματα που είναι πιο κοντά στην πραγματικότητα από το να εκδηλώνουμε υπερβολική χαρά και ενθουσιασμό που μπορεί να φανεί ψεύτικο στα παιδιά.
Τέλος, ας αναφέρουμε τι μπορεί να κάνει κανείς για να αισθανθεί καλύτερα στην περίπτωση που βιώνει (κατά)θλιψη κατά την περίοδο των Χριστουγεννιάτικων εορτών:
Κατ’ αρχήν, θα πρέπει να έχει στον νου του ότι δεν είναι υποχρεωμένος να νιώθει οπωσδήποτε χαρούμενος και ευδιάθετος, αλλά ούτε και να απολογηθεί για τα συναισθήματά του. Ο κάθε άνθρωπος είναι ελεύθερος να αισθάνεται όπως επιθυμεί και δεν είναι απαραίτητο αυτό να συμβαδίζει με τις εξωτερικές συνθήκες.
Στην περίπτωση, λοιπόν, όπου κανείς αισθάνεται θλιμμένος, στεναχωρημένος, πεσμένος κατά την περίοδο των εορτών, το πρώτο που θα πρέπει να αναρωτηθεί είναι από πού πηγάζουν αυτά τα συναισθήματα. Αφού δηλαδή αναγνωρίσει και αποδεχτεί τα συναισθήματά του, στη συνέχεια μπορεί να τα επεξεργαστεί καλύτερα και να διερευνήσει από πού μπορεί να απορρέουν: είναι αποτέλεσμα της μοναξιάς που βιώνει γιατί είναι μόνος κατά τις γιορτές;
Αν ναι, έχει πάντα την ευκαιρία να συσφίξει τις σχέσεις του με ανθρώπους που τον ενδιαφέρουν και για διάφορους λόγους έχει απομακρυνθεί. Μπορεί κανείς να μπει στη διαδικασία να έρθει σε επαφή με φίλους, συγγενείς και άλλους ανθρώπους με τους οποίους «έχει χαθεί λόγω δουλειάς, λόγω υποχρεώσεων, λόγω έλλειψης χρόνου».
Ακόμη και ηλικιωμένοι άνθρωποι, οι οποίοι αισθάνονται ότι είναι σε αδιέξοδο, ότι τα παιδιά ή τα εγγόνια τους είναι μακριά, μπορούν να βρουν την ευκαιρία να έρθουν σε επαφή με άλλους ηλικιωμένους, σε χώρους όπου παρέχονται οι ανάλογες υπηρεσίες ή με ανθρώπους της γειτονιάς τους, ώστε να έχουν συντροφιά αυτές τις μέρες που βιώνουν μεγαλύτερη μοναξιά. Ίσως ανακαλύψουν, μάλιστα, χαρά σε δραστηριότητες που θα κάνουν μαζί με άλλους, όπως την προετοιμασία του χριστουγεννιάτικου φαγητού ή γλυκού, που μπορούν να αναλάβουν ομαδικά, κάτι που είναι και δημιουργική απασχόληση εκτός από ευκαιρία για κοινωνικοποίηση.
Ακόμη και στις περιπτώσεις που κάποιος δεν έχει την παραπάνω δυνατότητα, έχει πάντοτε την ευκαιρία να «βρεθεί με τον εαυτό του» και να κάνει πράγματα που τον ευχαριστούν κατά την περίοδο των εορτών: αναρωτηθείτε τι θέλατε από καιρό να κάνετε και δεν βρίσκατε ποτέ τον απαραίτητο χρόνο;
Ένα καλό βιβλίο ή ένα μπουκάλι κρασί παρέα με τον εαυτό σας, ένας αγαπημένος δίσκος ή ένα ωραίο χριστουγεννιάτικο δείπνο, ακόμη και η φροντίδα και ο καλλωπισμός του εαυτού μας πηγαίνοντας για παράδειγμα στο κομμωτήριο ή για ψώνια, δεν απαιτούν οπωσδήποτε την παρουσία πολλών ατόμων: μπορεί κανείς να αισθανθεί καλύτερα, απλώς και μόνο γιατί μπορεί να «κάθεται χωρίς να κάνει τίποτα», αν όλο το υπόλοιπο διάστημα του χρόνου δεν αφιερώνει καθόλου χρόνο στον εαυτό του.
Πολλοί άνθρωποι δεν αντιλαμβάνονται ότι οι γιορτές των Χριστουγέννων τους δίνουν την ευκαιρία να ξεκουραστούν με την έννοια να καθίσουν, να «σταθούν» για λίγο και να σκεφτούν για τον εαυτό τους: «είναι πράγματι οι γιορτές που με θλίβουν ή το γεγονός ότι δεν έκανα καλά αυτό ή εκείνο;», «μήπως στεναχωριέμαι γιατί είμαι μόνος ή γιατί αισθάνομαι ότι εγώ φταίω που είμαι μόνος;» και άλλα παρόμοια, τα οποία προκαλούνται κυρίως από ενοχικές σκέψεις όπου θεωρούμε σαν μοναδικό υπεύθυνο τον εαυτό μας.
Αυτό που θα πρέπει να έχουμε πάντα υπ’ όψιν μας είναι ότι πάντοτε μπορούμε να αλλάξουμε οτιδήποτε δεν μας αρέσει και ότι είναι στο χέρι μας να χειριστούμε διαφορετικά τις καταστάσεις την επόμενη φορά. Πάντοτε έχουμε την ευκαιρία να πράξουμε αλλιώς, όταν πιστεύουμε ότι έχουμε κάνει λάθη, και οπωσδήποτε δεν θα πρέπει να υποτιμούμε την αξία αυτών των λαθών τα οποία μας δίνουν την ευκαιρία να δούμε κάτι για εμάς.
Τέλος, το πλέον σημαντικό ζήτημα σχετικά με τις γιορτές είναι στενά συνδεδεμένο με το κλείσιμο του χρόνου και τους στόχους μας: κατά τον απολογισμό του έτους που κλείνει θα πρέπει να μην παραλείψουμε να αναγνωρίσουμε ό,τι θετικό μας έχει συμβεί, εκτός από τα αρνητικά που τείνουμε να θυμόμαστε όταν η συναισθηματική μας κατάσταση είναι φορτισμένη. Επιπλέον, κατά τον επαναπροσδιορισμό των στόχων για το νέο έτος, καλό θα είναι να είμαστε προσεκτικοί και να θέτουμε στόχους ρεαλιστικούς οι οποίοι να μπορούν να πραγματωθούν, ώστε να μην απογοητευόμαστε.
Οι πρώτοι που μπορούμε να βοηθήσουμε τον εαυτό μας είμαστε εμείς οι ίδιοι και αν αισθανθούμε ότι δεν μπορούμε να τα καταφέρουμε, υπάρχει πάντα η επιλογή να αναζητήσουμε βοήθεια από κάποιον ειδικό ψυχικής υγείας ο οποίος είναι ο πλέον κατάλληλος για να μας δείξει πώς μπορούμε να παίρνουμε ευχαρίστηση από τον εαυτό μας και από την εσωτερική πραγματικότητα αντί για την εξωτερική.