Η φυσιολογία της πείνας και του κορεσμού
Όταν το σώμα μας θέλει να μας δώσει το σήμα της πείνας ή του κορεσμού, τελείται μια σειρά διεργασιών, που ξεκινά από τους αισθητήρες στο στόμα, στον οισοφάγο, στο συκώτι και στον δωδεκαδάκτυλο. Ο εγκέφαλος, αφού τα επεξεργαστεί όλα τα μηνύματα οδηγεί στην πείνα και στον κορεσμό.
Δες ακόμα: Γιατί συνεχίζω να τρώω αυτά που ήδη γνωρίζω ότι δεν πρέπει;
Γιατί πεινάμε;
Οι άνθρωποι πεινούν λόγω:
- Στομαχικών συσπάσεων που σηματοδοτούν τον χρόνο για την κατανάλωση τροφής, και ένα διατεταμένο στομάχι σηματοδοτεί το χρόνο για να σταματήσουμε.
- Χαμηλών επιπέδων θρέψης
- Υπογλυκαιμίας
- Εγκεφαλικών αισθητήρων για πρωτεΐνη και γλυκόζη
- Γκρελίνης
- Λεπτίνης
- Νευροπεπτιδίου Υ
- Κορτιζόλης
- Αδρεναλίνης
Για να λειτουργήσει καλά το σώμα μας απαιτούνται ορισμένες θρεπτικές ουσίες. Ο ρόλος της γλυκόζης είναι πολύ σημαντικός. Ο εγκέφαλος τη χρειάζεται για να εξασφαλίσει τον ενεργειακό ανεφοδιασμό του.
Ο εγκέφαλος περιέχει τους αισθητήρες για τη γλυκόζη που βρίσκονται στον υποθάλαμο και απεικονίζουν το βαθμό, στον οποίο η γλυκόζη έχει απορροφηθεί από τα κύτταρα. Η έλλειψη γλυκόζης στο αίμα καθιστά αδύνατη την παραγωγή ενέργειας, και έτσι παρουσιάζονται έλλειψη συγκέντρωσης και κόπωση. Αυτό έχει ως απόρροια την έντονη αναζήτηση τροφής.
Υπάρχουν επίσης αισθητήρες γλυκόζης έξω από τον εγκέφαλο, συγκεκριμένα στο συκώτι. Αυτοί οι ανιχνευτές είναι ιδιαίτερα καλά τοποθετημένοι δεδομένου ότι το συκώτι είναι το πρώτο όργανο που λαμβάνει τα προϊόντα της πέψης.
Ρυθμίζουμε επίσης την ποσότητα των αμινοξέων και του λίπους που αποθηκεύονται σε ειδικά κύτταρα. Μια έλλειψη στα αποθέματα λίπους μπορεί να οδηγήσει σε έλλειψη ενέργειας.
Δυστυχώς, πολλές φορές αρνούμαστε να ακούσουμε τα μηνύματα του σώματος μας, καταπονώντας τον οργανισμό μας είτε με ασιτία είτε με υπερφαγία. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την μακροπρόθεσμη αλλαγή στη σύσταση του σώματός μας, και άρα, την κούραση, τα προβλήματα συγκέντρωσης και ενίοτε την κατάθλιψη .
Ο οργανισμός μας για να ανταποκριθεί περιέρχεται σε κατάσταση στρες. Ως εκ τούτου, εκκρίνεται αδρεναλίνη και κορτιζόλη, ορμόνες που ευθύνονται για υπογλυκαιμία και άνιση κατανομή λίπους στο σώμα.
Οι ορμόνες που ρυθμίζουν την όρεξή μας χωρίζονται σε βραδείας και παρατεταμένης δράσης.
Όταν τρεφόμαστε σωστά, ο οργανισμός μας παράγει anti-stress ορμόνες όπως οι ενδορφίνες, η σεροτονίνη και η ντοπαμίνη. Οι ενδορφίνες εκκρίνονται σε καταστάσεις όπως το σεξ, η ασιτία, η άσκηση, η μάθηση, η κατανάλωση σοκολάτας και παγωτού, η υπερφαγία.
Οι ορμόνες αυτές μειώνουν το στρες, ανακουφίζουν από τον πόνο, βελτιώνουν την κυκλοφορία του αίματος και εξασφαλίζουν τη συναισθηματική ηρεμία.Η υπερέκκριση ενδορφινών, παρόλα αυτά, αυξάνει τους υποδοχείς του εγκεφάλου με αποτέλεσμα να μεγεθύνεται η ανταμοιβή.
Άρα, σε καταστάσεις υπερφαγίας όλο και περισσότερη κατανάλωση τροφής χρειάζεται για την κάλυψη των υποδοχέων του εγκεφάλου σε ενδορφίνες, γεγονός που ενισχύει τη συχνότητα των υπερφαγικών επεισοδίων.
Η σεροτονίνη δημιουργεί αίσθημα ηρεμίας, πληρότητας, ευφορίας και αυξάνει την ικανότητα συγκέντρωσης. Παράγεται από το αμινοξύ τρυπτοφάνη. Για να μπορέσει η τρυπτοφάνη να περάσει στον εγκέφαλο χρειάζεται τη βοήθεια της ινσουλίνης.
Η υπερέκκριση σεροτονίνης, όπως και στην περίπτωση των ενδορφινών, αυξάνει την παραγωγή υποδοχέων και μεγεθύνεται η ανταμοιβή για τον οργανισμό.
Η ντοπαμίνη είναι ένα χημικό μόριο-νευροδιαβιβαστής που μεταφέρει συναισθήματα, όπως ευφορία και ικανοποίηση. Η ορμόνη αυτή παράγεται στον εγκέφαλο μετά τη λήψη γεύματος και συνήθως, ενισχύεται η παραγωγή της με τη σοκολάτα, τον καφέ, το σεξ κ.τ.λ.
Τρώμε πάντα μόνο όταν πεινάμε;
Συχνά οι άνθρωποι δεν αντιλαμβάνονται και δεν ανταποκρίνονται σωστά στα σημάδια της πείνας και του κορεσμού. Η πρόσληψη τροφής δεν σχετίζεται πάντα με το πραγματικό αίσθημα πείνας.
Οι άνθρωποι δεν τρώνε μόνο για να ικανοποιήσουν την όρεξή τους, αλλά τρώνε και για την ικανοποίηση της γεύσης, τη μείωση της έντασης και της κοινωνικής πίεσης, για να καλύψουν την ανία τους, αλλά και λόγω κοινωνικών υποχρεώσεων (π.χ. γιορτές, γενέθλια, επαγγελματικά δείπνα κτλ).
Πώς μπορούμε να ρυθμίσουμε τη χημεία του σώματός μας;
H βιολογική ώθηση της πείνας και της όρεξης συμβαδίζουν με τις συναισθηματικές επιρροές στη συμπεριφορά σίτισης. Οι μελέτες δείχνουν ότι αυτές οι βιολογικές επιρροές είναι ισχυρές και μπορούν να αγνοήσουν τις αντίστοιχες συναισθηματικές.
Ας προσπαθήσουμε, επομένως, να ανταποκρινόμαστε πλήρως στα σημάδια του σώματός μας καταναλώνοντας γεύματα τις ώρες που πραγματικά τα έχει ανάγκη (περίπου ανά τρείς ώρες).
Ας καλύπτουμε τον οργανισμό μας σε βιταμίνες, μέταλλα, ιχνοστοιχεία, αμινοξέα, υδατάνθρακες και απαραίτητα λιπαρά, ακολουθώντας ένα ισορροπημένο πρόγραμμα διατροφής που θα περιλαμβάνει άφθονα φρούτα και λαχανικά, ψάρια, πουλερικά, ελαιόλαδο, ξηρούς καρπούς, ψωμί, δημητριακά ολικής, όσπρια και πιο αραιά κόκκινο κρέας για την κάλυψη του οργανισμού μας σε σίδηρο.
Καλό είναι να καταναλώνουμε με μέτρο αλκοόλ, γλυκά, αναψυκτικά και τροφές πλούσιες σε λιπαρά με χαμηλή θρεπτική αξία, όπως το junk food. Είναι σημαντικό να αντιλαμβανόμαστε τα σημάδια του κορεσμού και να σταματάμε όταν έχουμε φάει ικανοποιητικά.
Αξίζει, τέλος, να σημειωθεί ότι η άσκηση υποβάλλει τον οργανισμό μακροπρόθεσμα σε αναζήτηση υγιεινής τροφής και καλό θα ήταν να την συμπεριλάβουμε στην καθημερινότητά μας. Με αυτόν τον τρόπο θα αισθανόμαστε υγιείς, ικανοποιημένοι και θα κρατάμε σταθερό σωματικό μας βάρος.