Εμβόλιο γρίπης: Σε Ποιούς συνίσταται και Πότε πρέπει να γίνεται;
Το εμβόλιο γρίπης γίνεται κάθε φθινόπωρο, από Οκτώβριο έως Νοέμβριο και είναι το πλέον γνωστό προληπτικό μέτρο κατά της γρίπης. Γίνεται ενδομυϊκά, στο άνω-έξω μέρος του βραχίονα (δελτοειδής μυς).
Δες ακόμα: Ρώτα Το Γιατρό #1: Όσα πρέπει να ξέρεις για τα εμβόλια, με την Παιδίατρο Ιωάννα Δραμπέλη
Tο αντιγριπικό εμβόλιο αποτελείται από πλήρως αδρανοποιημένους ιούς γρίπης οι οποίοι “ενεργοποιούν” το ανοσοποιητικό μας σύστημα, ώστε να παράγει αντισώματα ενάντια στη γρίπη. Τα αντισώματα αυτά αυξάνονται περίπου 2 έως 3 εβδομάδες μετά τον εμβολιασμό, και η ανοσία (προστασία) διαρκεί 6 μήνες έως 1 έτος.
Η πραγματοποίηση του εμβολίου μειώνει πάρα πολύ τη συχνότητα, τη βαρύτητα, και τις επιπλοκές τις γρίπης , δεν αποκλείει όμως και την περίπτωση ότι κάποιος μπορεί και να νοσήσει.
Η σύσταση του εμβολίου αλλάζει από χρόνο σε χρόνο. Ο αντιγριπικός εμβολιασμός 2012-2013 παρείχε προστασία έναντι 3 ειδών ιού γρίπης εκ των οποίων ο ένας είναι ο Η1Ν1 (ιός νέας γρίπης ή γρίπης των χοίρων).
Το αντιγριπικό εμβόλιο συνιστάται για τις ακόλουθες ομάδες υψηλού κινδύνου για νόσηση από γρίπη σε βαριά μορφή:
- Άτομα άνω των 65 ετών
- Άτομα με χρόνια νοσήματα είτε του αναπνευστικού π.χ. άσθμα, χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια,χρόνια νόσο του καρδιαγγειακού, άτομα με νεφρική ανεπάρκεια, κίρρωση, σακχαρώδη διαβήτη.
- Ανοσοκατεσταλμένα άτομα, που λόγω χρόνιων υποκείμενων νοσημάτων ή χρόνιας λήψης ορισμένων φαρμάκων (π.χ. κορτιζόνης) έχουν εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα.
- Εργαζόμενοι στο χώρο της υγείας.
- Τρόφιμοι οίκων ευγηρίας και κέντρων αποκατάστασης.
Οι ανεπιθύμητες ενέργειες από το αντιγριπικό εμβόλιο είναι γενικά ήπιες και παροδικές και συνιστώνται συνηθέστερα:
- Τοπικό ερεθισμό στο σημείο της ένεσης,
- σκληρία τοπικά,
- κεφαλαλγία, πυρετική κίνηση,
- αίσθημα κόπωσης, πόνους στους μυς ή τις αρθρώσεις.
Το αντιγριπικό εμβόλιο δεν πρέπει να γίνεται:
- όταν έχει σημειωθεί σοβαρή αλλεργική αντίδραση σε προηγούμενο εμβολιασμό.
- όταν υπάρχει ιστορικό αλλεργίας στο αβγό.
- οταν ο ασθενής έχει πυρετό ή είναι αδιάθετος.