Ελάχιστα επεμβατική μέθοδος αντιμετώπισης θωρακοκοιλιακών ανευρυσμάτων
Μέχρι σχετικά πρόσφατα η μόνη θεραπεία των ανευρυσμάτων της αορτής που καταλαμβάνουν τις νεφρικές αρτηρίες (παρανεφρικά) ή και τις σπλαχνικές αρτηρίες (θωρακοκοιλιακά) αποτελούσε η ανοικτή χειρουργική επέμβαση, η οποία συνοδεύεται από σημαντικά ποσοστά νοσηρότητας (όπως νεφρική ανεπάρκεια και παραπληγία) και θνητότητας.
Δες ακόμα: Πώς θα σβήσω ένα τατουάζ από το σώμα μου
Η νέα λιγότερο επεμβατική μέθοδος αντιμετώπισης των ανευρυσμάτων αυτών (fenestrated-branched technique), στηρίζεται στην παραγγελία ενδαγγειακών μοσχευμάτων (stents με μόσχευμα) τα οποία ενσωματώνουν οπές (θυρίδες) και πλάγια μικρά μοσχεύματα (κλάδους) που αντιστοιχούν στα σημεία έκφυσης των σπλαχνικών αρτηριών της αορτής (νεφρικές, άνω μεσεντέριο και κοιλιακή αρτηρία). Οι αρτηρίες αυτές είναι υπεύθυνες για την αιμάτωση όλων των ζωτικών οργάνων της κοιλίας. Μέσα από τις οπές και τους κλάδους αυτούς καθετηριάζονται τα σπλαχνικά αγγεία και στη συνέχεια «γεφυρώνονται» με νέα μικρότερα ενδαγγειακά μοσχεύματα.
Τα ενδαγγειακά μοσχεύματα εισέρχονται στον ασθενή μέσω μικρών τομών στις βουβωνικές χώρες και υπό ακτινοσκοπικό έλεγχο μέσα από τις μηριαίες αρτηρίες (εικ.3). Ολόκληρη η επέμβαση θεωρείται ελάχιστα επιβαρυντική για τον ασθενή με πολύ μικρά ποσοστά νοσηρότητας, θνητότητας καθώς και ελάχιστο χρόνο νοσηλείας.
Η εκτέλεση της μεθόδου αυτής προϋποθέτει εμπειρία και γνώσεις από εξειδικευμένο στην τεχνική αυτή αγγειοχειρουργό, ο οποίος θα πρέπει να έχει την αντίστοιχη μετεκπαίδευση σε ένα από τα λίγα στον κόσμο κέντρα πολυετούς εφαρμογής της. Η ελάχιστα αυτή επεμβατική μέθοδος αναμένεται να βοηθήσει πολλούς Έλληνες ασθενείς με ανευρυσματική νόσο και ειδικότερα όσους πάσχουν παράλληλα και από άλλες σοβαρές παθήσεις και θεωρούνται υψηλού κινδύνου υποψήφιοι για ανοικτή χειρουργική επέμβαση.
Εικόνες (πριν και μετά) με το ειδικά σχεδιασμένο μόσχευμα σε έναν από τους πρώτους ασθενείς με θωρακοκοιλιακό ανεύρυσμα που αντιμετωπίστηκαν επιτυχώς από τον εξειδικευμένο στην τεχνική αγγειοχειρουργό Δρ Γεώργιο Βουρλιωτάκη